" Επάνω σ' ένα ακοίμητο αερόστατο
ατενίζουμε το καθάριο χρώμα τ' ουρανού,
τις ανθισμένες κοιλάδες του μυαλού,
την ανεξίτηλη θαλασσινή δροσιά,
τους ορεινούς στυλοβάτες της απεραντοσύνης...
Οι ψυχές μας γίνονται συνοδοιπόροι..."

Σας καλωσορίζω στο ιστολόγιό μου ελπίζοντας να κάνουμε πολλά ταξίδια - ονειρικά και μακρινά - στο χώρο του πνεύματος, της τέχνης και της δημιουργίας...

Πέμπτη 11 Δεκεμβρίου 2014


Kuro SiwoΝίκος Kαββαδίας  
[Το ποίημα προέρχεται από τη συλλογή Πούσι (1947)]







           Πρώτο ταξίδι έτυχε ναύλος* για το Νότο

            δύσκολες βάρδιες*, κακός ύπνος και μαλάρια*.

                Είναι παράξενα της Ίντιας τα φανάρια
             και δεν τα βλέπεις, καθώς λένε, με το πρώτο.


           Πέρ' απ' τη γέφυρα του Αδάμ, στη Νότιο Κίνα,

       χιλιάδες παραλάβαινες τσουβάλια σόγια.

          Μα ούτε στιγμή δεν ελησμόνησες τα λόγια
             που σου 'πανε μιαν κούφια ώρα στην Αθήνα.


              Στα νύχια μπαίνει το κατράμι* και τ' ανάβει,

             χρόνια στα ρούχα το ψαρόλαδο μυρίζει,

          κι ο λόγος της μες στο μυαλό σου να σφυρίζει,
        «ο μπούσουλας* είναι που στρέφει ή το καράβι;»


















Νωρίς μπατάρισε* ο καιρός κι έχει χαλάσει.

Σκατζάρισες*, μα σε κρατά λύπη μεγάλη.

Απόψε ψόφησαν οι δυο μου παπαγάλοι
κι ο πίθηκος που 'χα με κούραση γυμνάσει*.


Η λαμαρίνα*!… η λαμαρίνα όλα τα σβήνει.

Μας έσφιξε το Kuro Siwo* σα μια ζώνη

κι εσύ κοιτάς ακόμη πάνω απ' το τιμόνι,
πώς παίζει ο μπούσουλας καρτίνι* με καρτίνι.

       *ναύλος: μισθωμένο δρομολόγιο 

      *βάρδιες: υπηρεσίες που εκτελούνται με εναλλαγή των εργαζομένων 

       *μαλάρια: είδος μεσογειακού πυρετού 

       *κατράμι: πίσσα 

       *μπούσουλας: ναυτική πυξίδα 

       *μπατάρισε ο καιρός: άλλαξε 

       *σκατζάρω: αλλάζω βάρδια 

       *γυμνάζω: εκπαιδεύω 

       *λαμαρίνα: σίδερο

       *Kuro Siwo: θερμό θαλάσσιο ρεύμα του Βόρειου Ειρηνικού Ωκεανού 

       *καρτίνι: ναυτικός όρος, το τέταρτο του ρόμβου


  · μαλάρια: ελονοσία, από τις συχνότερες ασθένειες που συνδέονται με το υγρό και ζεστό κλίμα, τον «κακό αέρα» (mala aria), του Νότου.


  · της Ίντιας τα φανάρια: οι φάροι της Ινδίας είναι «παράξενοι» εξαιτίας μάλλον της πυκνής ομίχλης. Δεν διακρίνονται εύκολα, αν και αυτή ακριβώς είναι η σκοπιμότητά τους. Έτσι το ταξίδι στο νότο είναι γεμάτο κινδύνους και παγίδες. Το διακύβευμα είναι ο βαθμός στον οποίο σε αυτή την πορεία ο ναυτικός διατηρεί τον έλεγχο της διαδρομής – και της μοίρας του.

Η ομίχλη, το πούσι, επανέρχεται τακτικότατα στην ποίηση του Καββαδία – δίνει άλλωστε τον τίτλο στη δεύτερή του συλλογή και στο ομότιτλο, πιο εμβληματικό της ποίημα. Το καββαδιακό πούσι σκεπάζει καρνάγια («Στεριανή Ζάλη»), λιμάνια («Yara Yara») και ανοιχτές θάλασσες («Coaliers»), πάνω από όλα όμως καταπίνει τα ίδια τα πλοία, που πλέουν επί της ουσίας ακυβέρνητα.

Το πούσι ως θεμελιώδες σύμβολο στην ποίηση του Καββαδία σχετίζεται με το εξίσου κεντρικό θέμα του ναυτικού που διασχίζει τον απέραντο πόντο στα τυφλά, κι ας μην το γνωρίζει, χωρίς σκοπό, χωρίς στόχο και χωρίς έλεγχο. Η ειρωνική αντίθεση ανάμεσα στην ακαταμάχητη, ανεξέλεγκτη και αυτόβουλη δύναμη της θάλασσας και την τραγική ψευδαίσθηση των ανθρώπων ότι μπορούν να τη δαμάσουν κυριαρχεί στην ποίηση του Καββαδία, δημιουργώντας ατμόσφαιρα αποπροσανατολισμού και μαζί μια αίσθηση απόλυτης αδυναμίας, που ενισχύεται ακόμη περισσότερο από την αντίστοιχη, αντίρροπη εμμονή των ποιημάτων στη ναυτική τεχνολογία, σε όλα εκείνα τα όργανα και τα τεχνικά μέσα με τα οποία ο ναυτικός επιχειρεί να ελέγξει, ματαίως, την πορεία του ταξιδιού.

Το θέμα δεσπόζει και στο «Kuro Siwo», όπου το ίδιο το πανίσχυρο θαλάσσιο ρεύμα που φέρει την επωνυμία αυτή εκπροσωπεί την υπέρτερη και δυσοίωνη ισχύ του υγρού στοιχείου («Kuro Siwo» σημαίνει Μαύρο Ρεύμα στα γιαπωνέζικα), η οποία τρόπον τινά εμπαίζει τις απελπισμένες προσπάθειες του ναύτη να την υποτάξει. Ο καββαδιακός ναυτικός είναι ουσιαστικά, με πολλές έννοιες και με πολλούς τρόπους, παγιδευμένος στη θάλασσα, που αναδεικνύεται σε Μοίρα. Η θάλασσα τον ορίζει. Στη «Βάρδια» (1954) ο Καββαδίας δίνει σε αυτή τη διαπίστωση τη μορφή αναντίρρητης δήλωσης: «Τα καρβια μας πάνε, δεν τα πάμε». Στο «Kuro Siwo» τη διατυπώνει με τη μορφή αινιγματικού ερωτήματος: «ο μπούσουλας είναι που στρέφει ή το καράβι»;

Το καββαδιακό ταξίδι καταλήγει σχεδόν εικονικό, ψευδαίσθηση του μυαλού ή παραίσθηση της ομίχλης. Το ταξίδι στο «Kuro Siwo» μοιάζει σαν υπνοβασία: μηχανική επανάληψη κινήσεων, πορεία πέρα από τη βούληση και τη συνείδηση, στο έλεος των ρευμάτων που σε σφίγγουν και της ψευδαίσθησης που σε καρφώνει στο τιμόνι.


  · γέφυρα του Αδάμστενή λωρίδα ξηράς, ισθμού, και αβαθών που δημιουργείται από μια σειρά από βραχονησίδες και αμμώδη αβαθή μεταξύ των νησιών Παμπάν (ή νησί Ραμεσβαράμ, από το όνομα της ομώνυμης πόλης του νησιού), στην νοτιοανατολικά της Πολιτείας Ταμίλ Ναντού στην Ινδία, μέχρι το νησί Μαννάρ, στην βορειοδυτική Σρι Λάνκα

  ·  ούτε στιγμή δεν ελησμόνησες τα λόγια: Οι ενέργειες της ναυτικής ζωής εκτελούνται σχεδόν μηχανικά, ενώ η συνείδηση παραμένει καρφωμένη στην τραυματική ανάμνηση. Το ταξίδι απλώνεται στα πέρατα της γης, αλλά το ποιητικό υποκείμενο παραμένει αμετακίνητο στον χώρο και τον χρόνο που το σημάδεψε.

  · στην Αθήνα: Οι αναφορές στην Ελλάδα δεν είναι πολύ συχνές στον Καββαδία, έτσι, όταν υπάρχουν, κουβαλούν ιδιαίτερο αφηγηματικό και συναισθηματικό βάρος. Η Αθήνα είναι εδώ το κέντρο, από το οποίο εξακόντισε τον ποιητικό αφηγητή η φυγόκεντρος δύναμη ενός λόγου, μιας απλής κουβέντας, που όμως εμπεριείχε το πιο ισχυρό ψυχικό δηλητήριο για τους καββαδιακούς ναυτικούς, την ερωτική άρνηση.



  · που σου πανε: Πιο κάτω το αόριστο τριτοπρόσωπο υποκείμενο του ρήματος, ο φορέας των τραυματικών λόγων, θα συγκεκριμενοποιηθεί: «ο λόγος της μες το μυαλό σου να γυρίζει…».

  ·  στα νύχια μπαίνει το κατράμι και τ ανάβει: Το κατράμι, η πίσσα, χρησιμοποιούνταν στα παλιά φορτηγά για τη μόνωση (το «καλαφάτισμα») του καταστρώματος.

  ·  χρόνια στα ρούχα το ψαρόλαδο μυρίζει: Μεταξύ άλλων το ψαρόλαδο, άλλως «μπάφα» χρησιμοποιούνταν στα φορτηγά για την επάλειψη των συρμάτων. Στη γλώσσα των ναυτικών το ψαρόλαδο ήταν συνώνυμο με τη βαριά, αφόρητη μυρωδιά, που σου δίνει την εντύπωση ότι δεν φεύγει ποτέ από πάνω σου. 


  · ο μπούσουλας είναι που στρέφει ή το καράβιΟ στίχος αυτός συνοψίζει τον ποιητικό προβληματισμό του «Kuro Siwo».

 · μπατάρησε ο καιρός< μπατάρω: μεταβάλλομαι απότομα.

  · σκαντζάρισες: < σκαντζάρω: αλλάζω βάρδια.

  · οι δυο μου παπαγάλοι … κι ο πίθηκος: Τα κατοικίδια συνοδεύουν τον καββαδιακό ναυτικό ως υποκατάστατα της φευγαλέας ανθρώπινης ζεστασιάς και της ακόμη πιο άπιαστης στεριανής ζωής.

  · γυμνάσει: εκπαιδεύσει.

  · η λαμαρίναΛαμαρίνα ονομάζεται η μολυσματική νόσος που προσέβαλε και σκότωνε («όλα τα σβήνει») κυρίως τα κατοικίδια των ναυτικών στα φορτηγά καράβια στερώντας τους και τη στοιχειώδη αυτή ανθρώπινη παρηγορία. «Λαμαρίνα» είναι όμως και το ίδιο το καράβι, που περικλείει τον ναυτικό και τον πνίγει, όπως το ίδιο περικλείεται και πνίγεται από τα ρεύματα των ωκεανών, σε ένα ταξίδι τόσο συνεχές και ατέρμονο που καταντά σχεδόν συνώνυμο με την ακινησία.

  · μας έσφιξε το Kuro SiwoΙσχυρό θαλάσσιο ρεύμα στο βορειοδυτικό Ειρηνικό, που μεταφέρει θερμό νερό από τους τροπικούς προς τα βόρεια. Η ονομασία είναι γιαπωνέζικη και σημαίνει «μαύρο ρεύμα» από το βαθυγάλαζο χρώμα που παίρνουν τα νερά του. Οι συνέπειες του Kuro Siwo είναι γενικά ευεργετικές (εξασφαλίζει εύκρατο κλίμα στις περιοχές που βρέχει). Στο ποίημα όμως το Kuro Siwo είναι φυσική δύναμη ασφυκτική, ισχυρότερη τόσο από τη βούληση του ανθρώπινου νου όσο και από τη δύναμη της τεχνολογίας (του καραβιού, της πυξίδας, του ανεμολογίου). Όσο και αν προσπαθεί να ελέγξει την πορεία του ταξιδιού του, ο ναυτικός είναι στο έλεος της θάλασσας. Παρόλα τα όργανα προσανατολισμού, η πορεία του είναι στην ουσία τυφλή και το καράβι, με όλα του τα μέσα, παραδέρνει σαν ακυβέρνητο.

  · κι εσύ κοιτάςΟ ναυτικός στο τιμόνι έχει την ψευδαίσθηση ότι ελέγχει την πορεία, αλλά στην πραγματικότητα απλά «κοιτάει» την πυξίδα να μετακινείται, σχεδόν ανεξάρτητη και αυτόβουλη, υποταγμένη στην πειθώ του πανίσχυρου, απροσμάχητου Κουροσίβο


  ·  πώς παίζει ο μπούσουλας: πώς μετακινείται η πυξίδα. Το ρήμα «παίζει» εδώ ίσως έχει μια αμυδρή έστω ειρωνική χροιά. Καθώς το καράβι (η «λαμαρίνα») βρίσκεται στο έλεος του ρεύματος και καθώς η αρρώστια (η «λαμαρίνα») του έχει πάρει και την τελευταία του παρηγοριά, τα ζώα που τον συντροφεύουν στο ταξίδι, ο ναυτικός επιχειρεί ματαίως να ελέγξει την πορεία. Τα πάντα γύρω του τον υπερβαίνουν κι ας νομίζει ότι ρυθμίζει τον πλου. Η κίνηση της πυξίδας είναι σαν να τον εμπαίζει.

  · καρντίνι με καρντίνιορθότερα, καρτίνι, το ένα τέταρτο (quartino) του ρόμβου σύμφωνα με τις υποδιαιρέσεις των παλιών ανεμολογίων της πυξίδας.

https://antonispetrides.wordpress.com/2013/07/03/kavvadias_kuro_siwo/



6 σχόλια:

  1. Αγαπητή κυρία Γριβάκου, θα το εκτιμούσα αν αναφέρατε την πηγή σας, ειδικά καθώς στο κείμενό σας μεταφέρετε μεγάλο μέρος των όσων γράφονται εκεί: https://antonispetrides.wordpress.com/2013/07/03/kavvadias_kuro_siwo/

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Κύριε Πετρίδη, η "ζημία" σας αποκαταστήθηκε. Ευχαριστώ πολύ για το προσφερόμενο υλικό αναφορικά με το ποίημα του Καββαδία και παράλληλα σας διαβεβαιώνω ότι τα πνευματικά δικαιώματα της συγκεκριμένης ποιητικής προσέγγισης - όπως αναφέρω και στην αρχική σελίδα του ιστολογίου μου - ανήκουν αποκλειστικά σε εσάς, το δημιουργό της!

    ΑπάντησηΔιαγραφή