Το πρόβλημα των ναρκωτικών
Τι είναι τα ναρκωτικά; Τι σημαίνει εξάρτηση;
Tι είναι τα ναρκωτικά;
Ένας ειδικός θα σας έλεγε ότι οποιαδήποτε ουσία φυσική ή τεχνητή, που μπορεί να δράσει στο κεντρικό νευρικό σύστημα, κατασταλτικά ή διεγερτικά, είναι εξαρτησιογόνος. Η χρήση των ουσιών αυτών επηρεάζει την αντίληψη και τη διάθεση και προκαλεί άλλοτε ευχάριστα και άλλοτε δυσάρεστα συναισθήματα. Εκτός από τις παράνομες υπάρχουν και πολλές ουσίες που επιδρούν με τον ίδιο τρόπο στο σώμα και τον ψυχισμό. Η διάκριση αυτή μεταξύ νόμιμων και παράνομων ουσιών γίνεται στο πλαίσιο της υπάρχουσας νομοθεσίας. Στην πραγματικότητα, όμως και οι δύο αυτές κατηγορίες ουσιών προκαλούν εξάρτηση.
Μήπως υπερβάλλουμε λίγο; Μπορούμε να συγκρίνουμε τα οινοπνευματώδη με τα ναρκωτικά; Εάν πιω ένα ποτήρι κρασί ή καπνίσω ένα τσιγάρο, σημαίνει ότι είμαι ουσιοεξαρτημένος;
Σίγουρα όχι. Αυτό που έχει σημασία είναι ο τρόπος που χρησιμοποιούμε τις ουσίες. Όλοι μπορεί να πίνουμε μερικές φορές, σε υπερβολική όμως δόση και τα οινοπνευματώδη προκαλούν εξάρτηση. Ένα άλλο παράδειγμα εξαρτησιογόνου ουσίας είναι η κωδεϊνη που εμπεριέχεται στα σιρόπια. Μπορεί κάποιος να χρησιμοποιήσει το φάρμακο αυτό για να ανακουφιστεί από τα συμπτώματα του βήχα, κάποιος όμως που είναι εξαρτημένος από την κωδεϊνη, θα χρησιμοποιήσει το σιρόπι σαν ναρκωτικό με στόχο να αλλάξει τη διάθεσή του. Το ίδιο συμβαίνει με τα αγχολυτικά και τα ηρεμιστικά όπως και με πολλά άλλα φάρμακα.
Υπάρχει κάποια διαφορά ανάμεσα στην περιστασιακή χρήση και την εξάρτηση;
Περιστασιακή χρήση κάνουμε σχεδόν όλοι μας για διάφορους λόγους. Για παράδειγμα οι περισσότεροι ενήλικες χρησιμοποιούμε συνήθως νόμιμες ουσίες σε διάφορες κοινωνικές εκδηλώσεις. Αντίστοιχα οι νέοι θέλοντας κάποιες φορές να αποκτήσουν καινούριες εμπειρίες ή πιθανόν να προκαλέσουν, μπορεί να κάνουν περιστασιακή χρήση νόμιμων ή και παράνομων ουσιών. Αυτή όμως η περιστασιακή χρήση δε σημαίνει αυτόματα ότι υπάρχει εξάρτηση από την ουσία.
Το όριο βρίσκεται στο κατά πόσο κανείς μπορεί να επιλέξει που και πότε θα κάνει χρήση μιας ουσίας ή εάν έχει απόλυτη ανάγκη την ουσία και δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τη ζωή του χωρίς αυτήν.
Δεν νομίζω ότι μπορούμε να συγκρίνουμε τα οινοπνευματώδη με το χασίς ή τη μαριχουάνα.
Είναι φυσικό να θεωρούμε ότι το χασίς και η μαριχουάνα είναι πιο επικίνδυνα από τα οινοπνευματώδη. Τα οινοπνευματώδη είναι τόσο μέσα στη ζωή μας που συχνά δεν τα θεωρούμε εξαρτησιογόνες ουσίες. Ωστόσο το οινόπνευμα είναι η ουσία που προκαλεί σήμερα τα περισσότερα προβλήματα. Το χασίς και η μαριχουάνα παρόλο που είναι παράνομες ουσίες μπορεί μερικές φορές να χρησιμοποιηθούν ως σύμβολο ενός άλλου τρόπου ζωής. Για ορισμένους νέους η δοκιμή μπορεί να είναι ένα μέσο με το οποίο προσπαθούν να ξεχωρίσουν από τις προηγούμενες γενιές και να υπογραμμίσουν αυτή τη διαφορά. Ανεξάρτητα από το αν πρόκειται για μία νόμιμη ουσία π.χ οινοπνευματώδη ή μια παράνομη π.χ χασίς, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι ακόμα και η πρώτη δοκιμή μπορεί για κάποιους να είναι η αρχή μιας εξαρτητικής σχέσης εάν θεωρήσουν ότι μπορούν να αντιμετωπίσουν τα προβλήματά τους καταφεύγοντας στη χρήση ουσιών.
Η ουσιοεξάρτηση είναι συνώνυμο της εξάρτησης;
Η ουσιοεξάρτηση είναι μία ιδιαίτερη μορφή εξάρτησης. Είμαστε όλοι λίγο πολύ εξαρτημένοι από ένα πλήθος πραγμάτων: έχουμε ανάγκη να φάμε, να πιούμε, να αναπνεύσουμε, να κοιμηθούμε, να κινηθούμε κλπ. Η ουσιοεξάρτηση δεν έχει να κάνει με τις ζωτικές μας ανάγκες. Είναι μία πλήρης απώλεια ελέγχου. Όταν χάνουμε πλέον τον έλεγχο της χρήσης μίας ουσίας και η ουσία γίνεται αυτοσκοπός, τότε γινόμαστε εξαρτημένοι, είτε πρόκειται για ηρωίνη, χασίς είτε για οινοπνευματώδη, καπνό, ηρεμιστικά.
Η εξάρτηση μπορεί να είναι ψυχική ή/και οργανική. Η ψυχική εξάρτηση εκδηλώνεται κατά τέτοιο τρόπο που δεν μπορούμε πλέον να φανταστούμε τη ζωή δίχως ουσία. Όσον αφορά την οργανική εξάρτηση, οι εξαρτησιογόνες ουσίες αποτελούν, σε τέτοιο βαθμό, μέρος της λειτουργίας του οργανισμού που, αν τις σταματήσουμε, εμφανίζονται σωματικά συμπτώματα –αυτό που ονομάζεται «σύνδρομο στέρησης». Τα συμπτώματα αυτά εξαφανίζονται μόλις κάνουμε πάλι χρήση. Έτσι δημιουργείται ένας φαύλος κύκλος, από τον οποίο δεν μπορούμε να βγούμε χωρίς τη βοήθεια των ειδικών.
Είμαστε πράγματι ανήμποροι μπροστά στην ουσιοεξάρτηση; Δεν υπάρχει τρόπος να ξεφύγουμε από αυτή την κατάσταση;
Είναι αλήθεια ότι ορισμένοι καταφέρνουν να ξεφύγουν επειδή έχουν ισχυρό κίνητρο και θέληση. Συνήθως , όμως, αυτό δεν είναι αρκετό για να σταματήσει κάποιος τη χρήση. Η εξάρτηση δεν καταπολεμάται μόνο με τη λογική. Οι δυνάμεις που στηρίζουν την ουσιοεξάρτηση είναι μερικές φορές τόσο ισχυρές που κανένα λογικό επιχείρημα, ακόμη κι αυτό του κινδύνου για την υγεία, δεν ασκεί επιρροή πάνω της. Το ίδιο εξάλλου συμβαίνει με τους χρόνιους καπνιστές και αλκοολικούς. Όλοι οι αλκοολικοί ξέρουν ότι το ποτό βλάπτει την υγεία τους αλλά εξακολουθούν να πίνουν. Γίνεται έτσι φανερό ότι υπάρχει ανάγκη για εξωτερική βοήθεια.
Ποιες είναι λοιπόν αυτές, οι τόσο ισχυρές, δυνάμεις;
Με τη χρήση ουσιών μειώνεται το άγχος και δημιουργούνται ευχάριστες αισθήσεις, χωρίς να χρειαστεί να καταβάλλουμε κάποια ιδιαίτερη προσπάθεια. Φαίνεται πολύ πιο απλό, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, να αποφύγουμε τα προβλήματά μας, καταφεύγοντας στις ουσίες, παρά να στρέψουμε το βλέμμα και την προσοχή στον εαυτό μας και να προσπαθήσουμε να τα επιλύσουμε. Όσο περισσότερο επιλέγουμε τον «εύκολο δρόμο», τόσο βρίσκουμε φυσικό να χρησιμοποιούμε τέτοια τεχνητά μέσα: έτσι δημιουργείται ένας αυτοματισμός κάθε φορά που βρισκόμαστε σε άσχημη ψυχολογική κατάσταση. Με τον καιρό δεν μπορεί να υπάρξει ευχάριστη αίσθηση χωρίς τη χρήση ουσιών. Για κάθε πρόβλημα υπάρχει η «μαγική» λύση. Είναι αδύνατον πλέον να γυρίσουμε πίσω. Είμαστε σε φαύλο κύκλο. Η στάση των γονέων, απέναντι στα προβλήματά τους, εάν δηλαδή επιλέγουν τη μαγική λύση ή την αντιμετώπιση και προσπάθεια επίλυσής τους, θα επηρεάσει τον τρόπο που τα παιδιά τους θα υιοθετήσουν και τις δυνατότητες που εκείνα θα «βλέπουν» ότι έχουν για να διαχειριστούν τις δικές τους δυσκολίες στη ζωής τους.
Οι ενδείξεις που πρέπει να πάρετε στα σοβαρά
Οι απότομες και αδικαιολόγητες αλλαγές στη συμπεριφορά ενός παιδιού, μπορεί να αποτελούν «σημάδια» εμπλοκής του με τα ναρκωτικά. Είναι πιθανό όμως οι αλλαγές αυτές να αποτελούν και φυσιολογικές διαστάσεις της πορείας αυτονόμησης και ενηλικίωσής του. Ας μην προχωρήσουμε λοιπόν σε βιαστικά συμπεράσματα. Ας δώσουμε την απαραίτητη σημασία στις αλλαγές που συμβαίνουν στο παιδί και ας διαθέσουμε χρόνο να κουβεντιάσουμε μαζί του για ό,τι το απασχολεί.
Ακολουθούν κάποια «σημάδια» που καλό θα ήταν να προσέξουμε:
• Απότομες αλλαγές στη διάθεση, ένταση, νεύρα, απομόνωση
• Επιθετική συμπεριφορά, αρνητικές/βίαιες αντιδράσεις
• Αντίδραση στις δύσκολες καταστάσεις με οργή, με φυγή ή με κρίσεις απογοήτευσης
• Αδιαφορία για τη ζωή/σκέψεις για αυτοκτονία
• Ψέματα ή τάση να αποκρύπτονται πράγματα
• Ξαφνική απώλεια ενδιαφέροντος για το σχολείο, μείωση της απόδοσης στα μαθήματα, αδικαιολόγητες απουσίες
• Απώλεια ενδιαφέροντος για σπορ ή άλλες δραστηριότητες
• Αλλαγές στην εξωτερική εμφάνιση
• Αλλαγή στις παρέες, διακοπή μακροχρόνιας φιλίας
• Τηλεφωνήματα από αγνώστους
• Χρήματα ή αντικείμενα που χάνονται από το σπίτι
• Περίεργες συνήθειες στον ύπνο: περισσότερες ώρες ύπνου ή δυσκολία να κοιμηθεί το βράδυ
• Κόκκινα μάτια, απότομη απώλεια βάρους, αδικαιολόγητοι εμετοί, διάρροιες, έλλειψη καθαριότητας
• Αλουμινόχαρτο, κομμένα καλαμάκια, μαυρισμένα κουτάλια
Αν αρκετά από τα παραπάνω «σημάδια» και ενδείξεις εμφανίζονται αδικαιολόγητα στο παιδί σας, μην αγνοήσετε την ύπαρξή τους. Ακόμη και αν δεν σηματοδοτούν την εμπλοκή του παιδιού με τα ναρκωτικά, δείχνουν ότι έχει ανάγκη τη βοήθεια και την υποστήριξή σας. Αν χρειαστεί συμβουλευτείτε έναν ειδικό.
Μήπως το παιδί μου κάνει χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών; Που μπορώ να απευθυνθώ;
Όταν βλέπω το παιδί μου να αλλάζει και να γίνεται απρόσιτο, η σκέψη μου πηγαίνει αρκετές φορές στα ναρκωτικά. Πως πρέπει να συμπεριφερθώ;
Μιλήστε πρώτα για τις υποψίες και τους φόβους σας με το σύντροφό σας ή εάν μεγαλώνετε παιδί μόνοι σας, με έναν άνθρωπο της εμπιστοσύνης σας. Προσπαθήστε μέσα από αυτή τη συζήτηση, να βρείτε απάντηση στις παρακάτω ερωτήσεις:
• Μήπως η αλλαγή αυτή συνδέεται με την κρίση της εφηβείας που είναι εξ ορισμού μια περίοδος μεταβολών;
• Πώς αντέδρασαν οι δικοί σας γονείς όταν αντιμετωπίζατε τις δυσκολίες της εφηβείας;
• Μήπως φοβάστε τόσο πολύ για το παιδί σας που βάζετε ιδέες στο νου σας για τα ναρκωτικά χωρίς να υπάρχει πραγματική βάση;
Ίσως με τη συζήτηση αυτή να μπορέσετε να δείτε την κατάσταση πιο ρεαλιστικά και να καθησυχάσετε τον υπερβολικό φόβο. Με μεγαλύτερη προσοχή και κατανόηση ίσως μπορέσετε να στηρίξετε καλύτερα το παιδί σας. Έχει μεγάλη σημασία να κατανοείτε και να παρακολουθείτε τις αλλαγές που συμβαίνουν στο παιδί σας. Τα προβλήματα που μπορούν να οδηγήσουν στην κατάχρηση ουσιών εκδηλώνονται πολύ νωρίτερα. Πρέπει να πάρετε αυτά τα σημάδια στα σοβαρά και να αντιδράσετε αμέσως μετά την εμφάνισή τους.
Μήπως είναι πιο εύκολο να συζητήσουμε με τα παιδιά μας όταν έχουμε ήδη στα χέρια μας μια απόδειξη για να στηρίξουμε τις υποψίες μας;
Σε τι μας χρησιμεύει μια απόδειξη που προέρχεται από έλεγχο των συρταριών, του δωματίου, της τσέπης, της αλληλογραφίας, των τηλεφωνημάτων, των χρημάτων εάν δεν υπάρχει εμπιστοσύνη; Εάν χρειάζεται να παίζουμε τον ντετέκτιβ, αυτό είναι ήδη μια απόδειξη ότι δεν υπάρχει εμπιστοσύνη στην οικογένεια. Πρέπει, λοιπόν, να δούμε τις σχέσεις που υπάρχουν στην οικογένεια. Κάθε «ανακάλυψη» και κάθε συζήτηση που έχουν ως στόχο να επιβεβαιώσουν αυτή την απόδειξη υποσκάπτουν την εμπιστοσύνη. Πολλές φορές πιστεύουμε ότι για να κάνουμε μια σοβαρή συζήτηση με τον έφηβο πρέπει να έχουμε μια απόδειξη στα χέρια μας («...αλλιώς, θα αρνηθεί τα πάντα»). Πίσω από τις αρνήσεις και τα ψέματα του εφήβου κρύβεται συνήθως ένας μεγάλος φόβος και μια βαθιά κρίση. Αναζητώντας μαζί τις αιτίες του φόβου και του ψέματος, μπορεί να δημιουργήσουμε ξανά ένα κλίμα εμπιστοσύνης. Πολύ συχνά, το πρόβλημα της χρήσης εξαρτησιογόνων ουσιών λύνεται με αυτό τον τρόπο.
Δεν πρέπει λοιπόν η συζήτηση να περιοριστεί υποχρεωτικά στις εξαρτησιογόνες ουσίες;
Η συζήτηση πρέπει να επικεντρωθεί στα προβλήματα της κοινής ζωής μέσα στην οικογένεια. Έτσι θα μάθουμε τα προβλήματα που συναντά το παιδί μας στην ανάπτυξή του. Εάν στην οικογένειά μας είναι φυσικό να συζητάμε για τους κανόνες της κοινής ζωής και για τα προβλήματα που αφορούν τους νέους και τους ενήλικες θα έχουμε περισσότερες πιθανότητες να μάθουμε την πιθανή εμπειρία του παιδιού μας με τις ουσίες και τι σημαίνουν γι αυτό. Εάν υπάρχει κλίμα εμπιστοσύνης στην οικογένεια, θα μπορεί να γίνει συζήτηση μεταξύ γονέων και παιδιών όταν εμφανιστεί πρόβλημα χρήσης ουσιών. Η ύπαρξη ενός τέτοιου κλίματος δεν σημαίνει ότι όλα είναι αρμονικά στην οικογένεια, ότι δεν μπορούν να υπάρχουν συγκρούσεις ή καβγάδες. Στην οικογένεια, πρέπει να μπορούμε να εκφράζουμε τα συναισθήματά μας, τις αντιθέσεις μας. Η εφηβεία είναι μια περίοδος κρίσης, δύσκολη για όλη την οικογένεια. Είναι μια ευκαιρία να κατανοήσουμε, να λύσουμε και να ξεπεράσουμε τις συγκρούσεις.
Εάν το παιδί μου κάνει χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών σε ποιόν να απευθυνθώ; Πρέπει να το καταγγείλω στην αστυνομία;
Σχεδόν σε καμία περίπτωση δεν βοηθάμε το παιδί μας καταγγέλοντάς το στην αστυνομία. Τέτοιου είδους αντίδραση δεν μπορεί να λύσει τα προσωπικά προβλήματα που κρύβονται πίσω από τη χρήση και ταυτόχρονα καταστρέφει οποιαδήποτε σχέση εμπιστοσύνης υπάρχει με το παιδί. Εκτός του ότι μια καταγγελία στην αστυνομία μπορεί να έχει πολύ βαριές επιπτώσεις για το μέλλον του παιδιού, η αστυνομία δεν είναι κατάλληλα εκπαιδευμένη έτσι ώστε να μπορεί να εξασφαλίζει την παραπομπή του σε θεραπευτικό πλαίσιο. Είναι πολύ πιο βοηθητικό και αποτελεσματικό, τόσο για εμάς όσο και για το παιδί μας, να απευθυνθούμε στους ειδικευμένους συμβουλευτικούς σταθμούς.
Πρέπει να το συζητήσω με τους καθηγητές του;
Μόνο εάν συμφωνεί το ίδιο το παιδί. Και σε αυτή την περίπτωση το πιο σημαντικό είναι να μην καταστραφεί αλλά αντίθετα να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη. Η συζήτηση με τον καθηγητή θα πρέπει να έχει ως στόχο να βοηθήσει το ίδιο το παιδί. Η χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών είναι ένα σύμπτωμα που υποδηλώνει την ύπαρξη προβλημάτων. Δεν είναι δυνατόν τα προβλήματα αυτά να μην έχουν γίνει φανερά και στο σχολείο.
Με τους συγγενείς και τους γνωστούς;
Θα πρέπει να προσπαθήσουμε να καταλάβουμε κατ' αρχήν για ποιο λόγο θέλουμε να μιλήσουμε με τους συγγενείς και τους γνωστούς μας. Είναι για το καλό το δικό μας και του παιδιού μας; Τι είναι αυτό που επιθυμούμε; Να ξαλαφρώσουμε και να ανακουφιστούμε; Ή μήπως περιμένουμε μια θεραπευτική βοήθεια; Συνήθως, βέβαια, όταν μοιραζόμαστε με κάποιους άλλους το πρόβλημα αυτό μας ανακουφίζει. Είναι όμως πιθανό να έρθουμε σε ακόμα πιο δύσκολη θέση, αφού κανείς εκτός από κάποιο ειδικό δεν ξέρει τι πρέπει και τι δεν πρέπει να κάνουμε.
Μήπως πρέπει να απευθυνθώ σε έναν ειδικό ή σε ένα συμβουλευτικό σταθμό;
Εάν νιώσουμε ότι χρειαζόμαστε βοήθεια, δε θα πρέπει να διστάσουμε να έρθουμε σε επαφή με ένα συμβουλευτικό σταθμό. Εκεί, μέσα σε ένα κλίμα εμπιστοσύνης και εχεμύθειας μπορεί ο κάθε ενδιαφερόμενος να μοιραστεί τις επιθυμίες και τους φόβους του και να βοηθηθεί από εξειδικευμένο προσωπικό. Για περισσότερες πληροφορίες, σχετικά με τις υπάρχουσες υπηρεσίες συμβουλευτικής και θεραπείας, απευθυνθείτε στην Τηλεφωνική Γραμμή SOS του ΟΚΑΝΑ 1031.
10 ΑΠΛΑ ΒΗΜΑΤΑ ΓΙΑ ΝΑ ΒΟΗΘΗΣΕΤΕ ΤΟ ΠΑΙΔΙ ΣΑΣ ΝΑ ΠΕΙ ΟΧΙ
1. Μιλήστε με το παιδί σας για το αλκοόλ και τα ναρκωτικά
Μπορεί να βοηθήσετε να αλλάξουν κάποιες ιδέες που ίσως έχει το παιδί σας, ότι «όλοι πίνουν, καπνίζουν, παίρνουν ναρκωτικά»
2. Μάθετε να ακούτε τα παιδιά σας
Το πιο πιθανό είναι το παιδί να μιλήσει μαζί σας όταν είναι σίγουρο ότι το ακούτε με προσοχή, όταν του δείχνετε με τη στάση και τη συμπεριφορά σας ότι ακούτε πραγματικά αυτά που έχει να σας πει.
3. Βοηθήστε το παιδί σας να νιώθει καλά με τον εαυτό του
Το παιδί σας θα νοιώθει καλά, όταν επαινείτε τις προσπάθειες και τις επιτυχίες του και όταν επικρίνετε κάποια συγκεκριμένη αρνητική ενέργεια ή συμπεριφορά χωρίς να απορρίπτετε το ίδιο το παιδί.
4. Βοηθήστε το παιδί σας να αναπτύξει αξίες
Ένα ισχυρό σύστημα αξιών μπορεί να δώσει στο παιδί σας τη δύναμη να λέει «όχι», αντί να παρασύρεται από «φίλους και παρέες».
5. Να είστε ένα θετικό πρότυπο, ένα καλό παράδειγμα
Οι δικές σας συνήθειες και στάσεις μπορούν να επηρεάσουν σε μεγάλο βαθμό τις ιδέες του παιδιού σας για το αλκοόλ, τον καπνό, τα ναρκωτικά.
6. Βοηθήστε το παιδί σας να αντιμετωπίσει τις πιέσεις «των φίλων»
Ένα παιδί που έχει μάθει να λέει πάντα «ναι» για να μη δυσαρεστεί τους άλλους, μπορεί να χρειάζεται «την ενθάρρυνσή σας» για να αντισταθεί στις πιέσεις.
7. Δημιουργήστε τους κανόνες τις οικογένειας
Βοηθά πολύ να δημιουργήσετε στην οικογένειά σας σαφείς κανόνες που απαγορεύουν στο παιδί σας να κάνει χρήση αλκοόλ, ναρκωτικών και καπνού. Βοηθά επίσης πολύ να συμφωνήσετε από πριν με το παιδί σας ποια θα είναι η τιμωρία του, αν παραβεί τους κανόνες αυτούς.
8. Ενθαρρύνετε τις θετικές δραστηριότητες του παιδιού σας
Οι εκπαιδευτικές, αθλητικές, καλλιτεχνικές, πολιτιστικές, ψυχαγωγικές, σχολικές εκδηλώσεις και άλλες δραστηριότητες μπορούν να αποτρέψουν το παιδί σας από τη χρήση αλκοόλ, καπνού, ναρκωτικών και να δώσουν νόημα στη ζωή του.
9. Ενωθείτε με άλλους γονείς
Συζητήστε, αναλάβετε πρωτοβουλία, δημιουργήστε ή ενταχθείτε σε υποστηρικτικές ομάδες που θα ενισχύσουν τη στάση σας στο σπίτι.
10. Μάθετε τι να κάνετε, αν υποψιαστείτε ότι υπάρχει πρόβλημα
Ζητήστε βοήθεια. Απευθυνθείτε στους εξειδικευμένους φορείς.
Ορισμένοι αμφισβητούν σήμερα το κατά πόσο είναι βλαβερή η χρήση της μαριχουάνας και του χασίς. Ποια είναι η αλήθεια;
Είναι γεγονός ότι υπάρχει μια κίνηση αμφισβήτησης της επικινδυνότητας της κάνναβης (μαριχουάνα, χασίς). Μάλιστα αρκετοί υποστηρίζουν την υιοθέτηση αντιαπαγορευτικής πολιτικής απέναντι στην ουσία αυτή. Ένα από τα βασικά επιχειρήματα αυτής της τοποθέτησης είναι ότι το αλκοόλ, που είναι νόμιμη και κοινωνικά αποδεκτή ουσία, είναι πιο επικίνδυνο και δημιουργεί περισσότερα προβλήματα στους χρήστες από ό,τι η κάνναβη. Η αντίληψη αυτή για την κάνναβη έχει διαδοθεί ευρέως στη νεολαία μέσω της άμεσης και έμμεσης διαφήμισης που γίνεται από τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, με αποτέλεσμα τη σημαντική εξάπλωση της χρήσης της, όπως τεκμηριώνεται από τις πανελλήνιες έρευνες στη χώρα μας.
Η πραγματικότητα είναι ότι η μαριχουάνα και το χασίς είναι ψυχοτρόπες ουσίες που παράγονται από το φυτό της ινδικής κάνναβης και επιδρούν στο Κεντρικό Νευρικό Σύστημα. Από την πλευρά της φαρμακολογικής τοξικότητας η κάνναβη είναι πράγματι λιγότερο τοξική ουσία από το αλκοόλ. Το κριτήριο της τοξικότητας δεν είναι όμως το μόνο κριτήριο βάσει του οποίου η χρήση μιας ουσίας κρίνεται ως επικίνδυνη. Πρόσφατα υπάρχει αυξανόμενος αριθμός επιστημονικών μελετών που δείχνουν ότι η χρήση της κάνναβης δεν είναι ακίνδυνη, ιδιαίτερα σε άτομα εφηβικής ηλικίας. Αντίθετα μπορεί να δημιουργήσει, κάτω από ορισμένες συνθήκες και σε ορισμένα άτομα, σοβαρά προβλήματα. Για το λόγο αυτό άλλωστε όλες οι χώρες που ακολουθούσαν μια πιο ανεκτική πολιτική στο θέμα της χρήσης της κάνναβης, συμπεριλαμβανομένης και της Ολλανδίας, αναθεωρούν την πολιτική τους.
Ειδικές μελέτες δείχνουν ότι για ένα χρονικό διάστημα μιάμισης περίπου ώρας από τη λήψη της ουσίας παρατηρούνται σημαντικές επιπτώσεις στις λειτουργίες του ατόμου, όπως μείωση των αντανακλαστικών, διαταραχή στην αντίληψη του χρόνου, διαταραχή στην προσοχή και στη μνημονική λειτουργία. Aν και δεν υπάρχει σαφώς τεκμηριωμένη φυσική εξάρτηση από την ουσία, εντούτοις η χρήση της μαριχουάνας και του χασίς δημιουργεί ψυχολογική εξάρτηση, που σε πολλές περιπτώσεις οδηγεί σε μια σχεδόν καταναγκαστικά επαναλαμβανόμενη συχνή χρήση. Αυτή με τη σειρά της οδηγεί το άτομο σε κατάσταση μειωμένης δραστηριότητας και κινήτρων για την επιδίωξη στόχων. Από την κλινική πείρα έχει φανεί ότι σε νεαρά άτομα με ιδιοσυστασιακή προδιάθεση στην ψυχική διαταραχή, η χρήση της κάνναβης μπορεί να αποτελέσει εκλυτικό παράγοντα στην εκδήλωση ψυχωσικών επεισοδίων, καθώς και αυξημένο κίνδυνο υποτροπής της ψυχικής διαταραχής μετά την αποδρομή του επεισοδίου. Τέλος, η χρήση της κάνναβης φέρνει το νέο άτομο σε ευκολότερη επαφή και με άλλες παράνομες ουσίες, αυξάνοντας την πιθανότητα εμπλοκής με αυτές.
Σε καμία αναπτυγμένη χώρα δεν προβλέπεται από τη νομοθεσία η ελεύθερη χρήση της κάνναβης. Σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες προβλέπεται νομικά η διαφοροποίηση της ποινής, αναλόγως της ποσότητας, καθώς και της χρήσης από το ίδιο το άτομο ή όχι. Σε ελάχιστες χώρες δεν διώκεται ποινικά η υπό σαφείς και καθορισμένους όρους χρήση της κάνναβης, όπως σε συγκεκριμένους χώρους, έως συγκεκριμένη ποσότητα κ.λπ.
Αμφισβητήσεις και αλήθειες γύρω από την πρόληψη των ουσιοεξαρτήσεων
Είναι δυνατή η πρόληψη της χρήσης ναρκωτικών;
Το πρόβλημα της χρήσης ναρκωτικών συνδέεται με ένα πλήθος αιτιολογικών παραγόντων - κοινωνικών, οικονομικών, βιολογικών, ψυχολογικών, οικογενειακών. Η διαπλοκή και ο βαθμός συμμετοχής αυτών των παραγόντων διαφέρει από άτομο σε άτομο, ανάλογα με το στάδιο χρήσης - έναρξη, συνέχιση της χρήσης και εξάρτηση. Για όλους αυτούς τους λόγους η πρόληψη είναι ιδιαίτερα δύσκολη.
Σήμερα η πρόληψη της τοξικομανίας, προκειμένου να είναι αποτελεσματική, έχει αναπτυχθεί σε μια ολόκληρη επιστήμη. Με άλλα λόγια είναι το λιγότερο αφελές να θεωρούμε ότι άτομα και φορείς - επιστημονικοί ή μη - που επιθυμούν να ασχοληθούν με την πρόληψη, θα έχουν αποτέλεσμα στις ενέργειές τους. Αντίθετα μάλιστα, εφόσον δεν λειτουργούν στο πλαίσιο μιας συντονισμένης πολιτικής και λείπει η κατάλληλη εκπαίδευση, πιθανό είναι οι πρωτοβουλίες να καταλήξουν στο αντίθετο από το επιθυμητό αποτέλεσμα. Στοιχεία που δίνουν μελέτες αξιολόγησης προληπτικών παρεμβάσεων, που έχουν στηριχτεί σε επιστημονική μεθοδολογία, δείχνουν ότι η πρόληψη δεν είναι μύθος. Μπορεί να γίνει πραγματικότητα.
Γιατί η πολιτεία δεν φροντίζει να ενημερώσει και να πληροφορήσει επαρκώς τα παιδιά μας για τους κινδύνους από τη χρήση ναρκωτικών;
Η διεθνής εμπειρία και τα στοιχεία αξιολόγησης των προληπτικών παρεμβάσεων έχουν αποδείξει ότι η πληροφόρηση δεν αποτελεί τη μέθοδο επιλογής για την αποτελεσματική πρόληψη της χρήσης εξαρτησιογόνων ουσιών. Αντίθετα, σε ό,τι αφορά στα ναρκωτικά έχει τεκμηριωθεί ότι συχνά η ενημέρωση/πληροφόρηση λειτουργεί και σαν διαφήμιση. Η πληροφόρηση/ενημέρωση ανήκει στα εύκολα, τα "πυροσβεστικά" μέτρα που έλαβαν οι κοινωνίες με σκοπό την πρόληψη, σφραγίστηκαν όμως με αποτυχίες. Αύξηση της γνώσης δεν σημαίνει και αλλαγή συμπεριφοράς, ιδιαίτερα στους νέους. Η ενημέρωση αποτελεί ένα συστατικό μιας σωστά μεθοδευμένης πρόληψης, η οποία έχει ως κύριο εργαλείο την εκπαίδευση. Ακόμα και στο πλαίσιο αυτό, η πληροφόρηση είναι αναγκαίο να προσαρμόζεται στις ανάγκες της ομάδας των νέων προς τις οποίες απευθύνεται. Ανάγκες που διαφοροποιούνται ανάλογα με παράγοντες όπως η ηλικία και η εμπειρία ή μη χρήσης εξαρτησιογόνων ουσιών.
Κάτω από ποιες προϋποθέσεις η πρόληψη της χρήσης ναρκωτικών μπορεί να είναι αποτελεσματική;
Για να είναι αποτελεσματική η πρόληψη είναι απαραίτητο να υπάρχει μια καλή ισορροπία ανάμεσα στα μέτρα που στόχο έχουν τη μείωση της προσφοράς (κατασταλτικά μέτρα) και σε αυτά που στόχο έχουν τη μείωση της ζήτησης (κοινωνικά και εκπαιδευτικά μέτρα).
Είναι αναγκαίο, με άλλα λόγια, να ακολουθείται μια συντονισμένη, πολυμέτωπη και πολυεπίπεδη κοινωνική πολιτική, που επιδίωξή της να είναι η απομάκρυνση της ουσίας από τον χρήστη, η δημιουργία συνθηκών ζωής όπου το νεαρό άτομο θα έχει τη δυνατότητα να καλύπτει τις ανάγκες του χωρίς να καταφεύγει σε καταστρεπτικές διεξόδους, και τέλος η εκπαίδευση των νέων, ώστε να αναπτύξουν τις κατάλληλες δεξιότητες για σωστές επιλογές συμπεριφοράς και τρόπου ζωής, κυρίως όταν βρίσκονται αντιμέτωποι με δύσκολες συνθήκες. Ιδιαίτερη σημασία έχει η αξιολόγηση κάθε δράσης και σχεδίου με στόχο τη βελτίωσή τους. Είναι λάθος να περιμένουμε αποτελέσματα άμεσα. Τα αποτελέσματα μπορούν να γίνουν ορατά μόνο μετά από την εφαρμογή μιας σταθερής πολιτικής πρόληψης, με τα χαρακτηριστικά που προαναφέρθηκαν, σε μια επαρκή προοπτική χρόνου.
Πώς μπορεί να επιτευχθεί αυτή η κοινωνική πολιτική;
Πρωταρχικά με την πολιτική βούληση, αλλά και με τον κατάλληλο συντονισμό. Συντονισμό στο επίπεδο λήψης αποφάσεων, καθώς και στα επίπεδα του σχεδιασμού και της υλοποίησης. Αποτελεί, μ' άλλα λόγια, προϋπόθεση η συνεννόηση με την ίδια γλώσσα και η συνεργασία όλων των εμπλεκομένων σε όλα τα επίπεδα, ώστε να υπάρχει συμπληρωματικότητα και για να αποφεύγεται η επικάλυψη και ο ανταγωνισμός. Η συνεργασία με τις άλλες ευρωπαϊκές χώρες και η έμφαση στη συνεχή εκπαίδευση και ενημέρωση για τις νέες μεθόδους πρόληψης και αξιολόγησης των προγραμμάτων αποτελούν απαραίτητο συμπλήρωμα των παραπάνω.
Από ποιους μπορεί να γίνει η πρόληψη για τους νέους;
Από στελέχη πρόληψης ειδικά εκπαιδευμένα που θα συντονίσουν δράσεις σε τοπικό επίπεδο, με βάση τις προδιαγραφές που συντάσσονται σε εθνικό επίπεδο. Αυτό μπορεί να γίνει μόνο μέσα από ένα οργανωμένο πλαίσιο, στο επίπεδο των τοπικών κοινωνιών. 'Oλοι μπορούν και οφείλουν να συνεισφέρουν. Γονείς, εκπαιδευτικοί, επαγγελματίες υγείας, μέλη της Τοπικής Αυτοδιοίκησης, Εκκλησία, ευαισθητοποιημένοι πολίτες. Για παράδειγμα, οι άμεσες παρεμβάσεις προς τους νέους είναι απαραίτητο να γίνονται από άτομα που λόγω ηλικίας, προσωπικότητας, κοινωνικού ρόλου, κ.λπ. είναι αποδεκτά από τα νέα παιδιά. Μπορούν όμως και άλλα άτομα να συνεισφέρουν με ποικίλους έμμεσους τρόπους στην πρόληψη. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι η ανάπτυξη στις τοπικές κοινωνίες δικτύων, ώστε να υπάρχει καθορισμός του τρόπου και του τύπου συμβολής του καθενός.
Ποιες ειδικότερες δράσεις περιλαμβάνονται στο πλαίσιο της πρόληψης στους νέους;
Οι δράσεις είναι πολλές και ποικίλες. ΄Αλλες από αυτές απευθύνονται άμεσα στους νέους, ενώ άλλες απευθύνονται σε ενδιάμεσες ομάδες πληθυσμού, οι οποίες έρχονται σε επαφή με τους νέους. Ενδεικτικά αναφέρουμε στις άμεσες δράσεις τα προγράμματα αγωγής υγείας στα σχολεία, καθώς και άλλες προληπτικές παρεμβάσεις στους χώρους εργασίας, σε αθλητικούς χώρους, σε χώρους διασκέδασης των νέων. Κύριος στόχος αυτών των δράσεων είναι η ενημέρωση και εκπαίδευση των νέων ώστε να αναπτύξουν ικανότητες αντίστασης στη χρήση εξαρτησιογόνων ουσιών και να υιοθετούν εποικοδομητικές στάσεις και συμπεριφορές στη ζωή τους. Στις δράσεις που έχουν έμμεσα στόχο τους νέους περιλαμβάνονται η εκπαίδευση των γονέων, η ενημέρωση ή και εκπαίδευση επαγγελματιών όπως οι εκπαιδευτικοί, οι επαγγελματίες υγείας, οι προπονητές, οι ιδιοκτήτες και εργαζόμενοι σε χώρους διασκέδασης των νέων, οι αστυνομικοί. Στόχος αυτών των δράσεων είναι η καλύτερη κατανόηση των εφήβων και των νέων, η κατανόηση των ψυχολογικών τους αναγκών και η αποκατάσταση σχέσης εμπιστοσύνης και σωστής επικοινωνίας που θα διευκολύνει τη μετάδοση και αποδοχή των μηνυμάτων πρόληψης.
Είναι αλήθεια ότι το αλκοόλ είναι πιο επικίνδυνο από τα ναρκωτικά;
Το αλκοόλ είναι πιο τοξικό από τη μαριχουάνα και το χασίς και ενδεχομένως και από κάποιες άλλες παράνομες ουσίες. Η επικινδυνότητα της κάθε ουσίας όμως εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από τον τρόπο και το πλαίσιο χρήσης της. Η χρήση του αλκοόλ έξω από τα παραδοσιακά πολιτισμικά πλαίσια που συνηθίζονταν στη χώρα μας (συνοδεύοντας τα γεύματα, στις γιορτές) και η στροφή προς τη χρήση σύμφωνα με πρότυπα από άλλες χώρες (στα μπαρ και στις ντισκοτέκ, χρήση σκληρών εισαγόμενων ποτών) ή η καταφυγή στο αλκοόλ προκειμένου να ξεφύγει το άτομο από το άγχος και να νιώσει κοινωνικά άνετα, δημιουργούν όλες τις προϋποθέσεις της κατάχρησης, με σοβαρές βραχυπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες συνέπειες για την κοινωνική και σωματική υγεία του ατόμου.
Τελικά, μήπως η πρόληψη θα πρέπει να αφορά και σε άλλες ουσίες εκτός από τα ναρκωτικά;
Αυτό είναι μια αλήθεια. Για να είναι αποτελεσματική η πρόληψη θα πρέπει να περιλαμβάνει όλες τις εξαρτησιογόνες ουσίες, ανεξάρτητα από το αν αυτές είναι νόμιμες και κοινωνικά αποδεκτές (καπνός, αλκοόλ, ψυχοδραστικά φάρμακα) ή παράνομες (ναρκωτικά). Αυτό για δύο βασικούς λόγους: ο πρώτος λόγος είναι ότι τόσο ο καπνός όσο και το αλκοόλ έχουν αποδειχθεί ως ισχυρά εξαρτησιογόνες ουσίες με σοβαρές επιπτώσεις στην υγεία, καθώς και στην κοινωνική και ψυχολογική κατάσταση σε ό,τι αφορά στο αλκοόλ. Η κοινωνία μας υποτιμούσε και ίσως εξακολουθεί να υποτιμά τους κινδύνους από τις ουσίες αυτές έναντι των ναρκωτικών, γιατί υπάρχει μια σημαντική διαφορά ανάμεσά τους. Οι επιπτώσεις δηλαδή από το τσιγάρο και το αλκοόλ εμφανίζονται μετά από αρκετά μακρύτερο χρονικό διάστημα από ό,τι οι επιπτώσεις από τα ναρκωτικά. Ο δεύτερος λόγος για τον οποίο η πρόληψη θα πρέπει να περιλαμβάνει και τις νόμιμες ουσίες είναι ότι υπάρχει μια στενή συσχέτιση ανάμεσα στη χρήση νόμιμων και παράνομων ουσιών. Τα νεαρά άτομα συνήθως ξεκινούν από το κάπνισμα και το αλκοόλ, για να καταφύγουν στη συνέχεια στα χάπια και στα ναρκωτικά. Καλλιεργείται δηλαδή μια κουλτούρα χρήσης που αυξάνει τους κινδύνους σε άτομα με κάποια πιθανή προδιάθεση να ακολουθήσουν μια πορεία, που καταλήγει στην εξάρτηση από τα ναρκωτικά χωρίς να το συνειδητοποιούν και αρνούμενοι την πραγματικότητα. Μελέτες έχουν δείξει ότι σε όσο μικρότερη ηλικία αρχίζει το άτομο να καπνίζει συστηματικά ή να πίνει συστηματικά αλκοόλ τόσο αυξάνουν οι πιθανότητες χρήσης ναρκωτικών αλλά και εξάρτησης από αυτά.
Αμφισβητήσεις και αλήθειες γύρω από τη θεραπεία των ουσιοεξαρτήσεων
Υπάρχουν μία ή περισσότερες θεραπευτικές επιλογές για τα εξαρτημένα άτομα;
Υπάρχουν πολλοί τύποι θεραπευτικών προγραμμάτων και διαφορετικές θεραπευτικές μέθοδοι που εφαρμόζονται για τα εξαρτημένα άτομα. Από πλευράς βασικής θεραπευτικής προσέγγισης συνήθως διακρίνουμε τα προγράμματα σε δύο μεγάλες κατηγορίες: α. τα "στεγνά" προγράμματα, δηλαδή τα προγράμματα εκείνα στα οποία το κύριο θεραπευτικό εργαλείο είναι η ψυχοκοινωνική θεραπεία, και β. τα προγράμματα υποκατάστασης, όπου το κύριο θεραπευτικό εργαλείο είναι η χρήση φαρμάκων που είτε υποκαθιστούν την ουσία εξάρτησης (π.χ. μεθαδόνη, βουπρενορφίνη) ή την ανταγωνίζονται (π.χ. ναλοξόνη, ναλτρεξόνη), ώστε να περιορίζουν ή και να μηδενίζουν την ανάγκη του ατόμου για τη χρήση της. Τα προγράμματα διαφέρουν επίσης ως προς το πλαίσιό τους (προγράμματα σε εξωτερική βάση και προγράμματα εσωτερικής παραμονής), καθώς και ως προς τη χρονική διάρκειά τους (από τρεις μήνες έως δύο χρόνια ή και περισσότερο για τα προγράμματα υποκατάστασης).
Είναι αποτελεσματική η θεραπεία για τα εξαρτημένα άτομα;
Θα πρέπει, πριν απαντήσουμε στο ερώτημα αυτό, να ορίσουμε τι εννοούμε θεραπεία. Το θεραπευτικό αποτέλεσμα δεν περιορίζεται αποκλειστικά στην αποχή από τη χρήση ναρκωτικών. Ο στόχος της θεραπείας πρέπει να είναι ευρύτερος, όπως η δυνατότητα να λειτουργεί αποδοτικά το άτομο στις οικογενειακές, εργασιακές και άλλες κοινωνικές του υποχρεώσεις και δραστηριότητες.
Μελέτες έχουν δείξει ότι ο βαθμός και τα ποσοστά επιτυχίας της θεραπευτικής αντιμετώπισης των εξαρτημένων ατόμων είναι παρόμοια με εκείνα της θεραπείας άλλων χρόνιων ασθενειών όπως ο διαβήτης, η υπέρταση, το άσθμα.
Συγκεκριμένα, η θεραπεία μειώνει τη χρήση ναρκωτικών κατά περίπου 40%-60%, ενώ περιορίζει σημαντικά τα προβλήματα υγείας, καθώς και την εγκληματικότητα κατά τη διάρκεια και μετά το πέρας της θεραπείας.
Η θεραπεία της εξάρτησης αποτελεί πρόληψη και από άλλες νόσους;
Οι ενδοφλέβιοι χρήστες ναρκωτικών διατρέχουν υψηλό κίνδυνο μόλυνσης από λοιμώδη νοσήματα όπως το AIDS, η ηπατίτιδα, η φυματίωση. Επιπλέον αποτελούν την κύρια πηγή μετάδοσης των νοσημάτων αυτών και προς το γενικό πληθυσμό.
Μελέτες έχουν δείξει, για παράδειγμα, ότι ενδοφλέβιοι χρήστες εκτός θεραπείας διατρέχουν έξι φορές υψηλότερο κίνδυνο να μολυνθούν από τον ιό του AIDS συγκριτικά με χρήστες που παρακολουθούν θεραπευτικά προγράμματα.
Από τι εξαρτάται η αποτελεσματικότητα της θεραπείας;
Το θεραπευτικό αποτέλεσμα εξαρτάται από το είδος της θεραπείας, την ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών, την ικανοποιητική διάρκεια παραμονής στο πρόγραμμα (το λιγότερο τρεις μήνες για τα στεγνά και δώδεκα για τα προγράμματα υποκατάστασης), το μέγεθος και τη φύση των προβλημάτων του εξαρτημένου, το βαθμό ενεργού συμμετοχής του στο πρόγραμμα.
Κανένας τύπος θεραπείας δεν μπορεί να είναι αποτελεσματικός για όλα τα άτομα. Είναι σημαντικό, για το λόγο αυτό, να γίνεται προσπάθεια επιλογής του κατάλληλου θεραπευτικού προγράμματος που ταιριάζει στις ανάγκες του κάθε εξαρτημένου.
Για να είναι αποτελεσματική η θεραπεία πρέπει να καλύπτει όχι μόνο τις ανάγκες απεξάρτησης από τις ουσίες, αλλά και μια σειρά από άλλες ανάγκες του άτομου, όπως σωματικής και ψυχικής υγείας, καθώς και τα κοινωνικά, επαγγελματικά και νομικά προβλήματά του.
Είναι αναγκαίο να υπάρχει άμεσα διαθέσιμη θεραπεία. Αν το αίτημα για θεραπεία ενός ατόμου δεν ικανοποιηθεί άμεσα, είναι πολύ πιθανό να χαθεί η ευκαιρία για το άτομο αυτό.
Τέλος, η επιτυχία στη θεραπεία σημαίνει για πολλά εξαρτημένα άτομα αρκετά μακρόχρονη διάρκεια και περισσότερες από μία θεραπευτικές προσπάθειες. Όπως για άλλες χρόνιες παθήσεις, είναι δυνατόν, μετά από επιτυχή θεραπεία, να υπάρξουν υποτροπές στη χρήση ναρκωτικών. Στις περιπτώσεις που τα άτομα επανέρχονται στη θεραπεία περισσότερες από μία φορές, το αποτέλεσμα των θεραπευτικών παρεμβάσεων είναι συνήθως αθροιστικό.
Για να είναι αποτελεσματική η θεραπεία πρέπει αυτή να αποτελεί επιλογή και επιθυμία του ατόμου;
Όχι. Είναι αποδεδειγμένο ότι η αναγκαστική υποβολή σε θεραπεία από την οικογένεια ή από τον εργοδότη ή από το σύστημα της ποινικής δικαιοσύνης αυξάνουν τον αριθμό αυτών που εντάσσονται σε θεραπεία και παρακολουθούν ένα θεραπευτικό πρόγραμμα, καθώς και την επιτυχή τελικά έκβαση της θεραπείας.
Γιατί τα εξαρτημένα άτομα δεν κατορθώνουν να απεξαρτηθούν από μόνα τους;
Σχεδόν όλα τα εξαρτημένα άτομα νομίζουν αρχικά ότι μπορούν να σταματήσουν τη χρήση ναρκωτικών από μόνα τους, όταν το θελήσουν. Στην πραγματικότητα δεν το κατορθώνουν. Ο κυριότερος λόγος είναι ότι η μακρόχρονη χρήση ναρκωτικών επιφέρει μεταβολές στη λειτουργία του εγκεφάλου, μία από τις επιπτώσεις των οποίων είναι η έντονα πιεστική ανάγκη του ατόμου να χρησιμοποιεί το ναρκωτικό, παρόλο που αναγνωρίζει τις συνέπειές του. Αυτός άλλωστε είναι και ο ορισμός της "εξάρτησης". Το βιολογικό αυτό υπόστρωμα της εξάρτησης υφίσταται για αρκετό καιρό και μετά τη διακοπή της χρήσης. Είναι αυτό που δυσκολεύει τη θεραπεία και ευθύνεται για τις συχνές υποτροπές στα εξαρτημένα άτομα. Ψυχολογικά στρες, ερεθίσματα από την παρελθούσα περίοδο της χρήσης, όπως η συνάντηση φίλων χρηστών ή άλλων σχετικών με τη χρήση συνθηκών, ακόμα και οσμών, μπορούν να έχουν επίδραση στο βιολογικό υπόστρωμα και να οδηγήσουν στην υποτροπή.
Ποιες οι ενδείξεις για τη θεραπεία με φαρμακευτικές ουσίες όπως η θεραπεία υποκατάστασης με μεθαδόνη;
Η φαρμακευτική θεραπεία με μεθαδόνη ή άλλες ουσίες (π.χ. βουπρενορφίνη, ναλτρεξόνη) χρησιμοποιείται με δύο διαφορετικούς στόχους. Ο ένας από αυτούς είναι με ολιγοήμερη χορήγηση που βοηθά στην ανώδυνη σωματική αποτοξίνωση, δηλαδή απαλλάσσει το άτομο από τα στερητικά συμπτώματα λόγω της διακοπής του ναρκωτικού. Θα πρέπει να σημειωθεί εδώ ότι η αποτοξίνωση αποτελεί μόνο το πρώτο στάδιο της θεραπείας ενός εξαρτημένου ατόμου και δεν προδικάζει τη θεραπευτική πρόγνωση. Ο δεύτερος στόχος είναι η χορήγηση της φαρμακευτικής ουσίας για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα και με προοδευτική μείωση έως και τη μηδένισή της, με αποτέλεσμα την πλήρη απεξάρτηση. Εάν αυτό δεν επιτευχθεί, ακολουθεί η μακρόχρονη παράταση της φαρμακευτικής υποκατάστασης ("συντήρηση") με κύριο στόχο την αποφυγή της χρήσης της παράνομης ουσίας και των επιπτώσεών της και τη διευκόλυνση με τον τρόπο αυτό της ομαλής επαγγελματικής και κοινωνικής λειτουργίας του ατόμου.
Ενδείξεις για την ένταξη σε πρόγραμμα απεξάρτησης με τη βοήθεια φαρμακευτικής υποκατάστασης αποτελούν η μακρόχρονη εξάρτηση από οπιούχα (ηρωίνη) και η ανεπιτυχής προσπάθεια θεραπείας του εξαρτημένου ατόμου σε "στεγνά" προγράμματα.
Ενδείξεις για την ένταξη σε προγράμματα φαρμακευτικής υποκατάστασης-συντήρησης αποτελεί η αποτυχία πλήρους απεξάρτησης μετά από παραμονή άνω του έτους στο πρόγραμμα υποκατάστασης.
Μήπως στην πραγματικότητα οι φαρμακευτικές ουσίες υποκατάστασης αντικαθιστούν μια μορφή τοξικομανίας με μια άλλη;
Αυτό δεν είναι αλήθεια. Ο τρόπος με τον οποίο χρησιμοποιούνται η μεθαδόνη ή άλλα φάρμακα τα κάνει να αποτελούν στην πραγματικότητα μια αποτελεσματική μορφή θεραπείας, υπό την ευρύτερή της έννοια, για την εξάρτηση από τα οπιοειδή. Οι φαρμακολογικές ιδιότητες αυτών των φαρμάκων διαφέρουν από αυτές της ηρωίνης. Η ηρωίνη προκαλεί σχεδόν αμέσως μετά τη λήψη της μια κατάσταση ευφορίας ("ανέβασμα"), που ακολουθείται σε σύντομο χρονικό διάστημα από μια "πτώση", με επακόλουθο την έντονη ανάγκη για επανάληψη της λήψης του ναρκωτικού. Η επανάληψη αυτής της εναλλαγής στη διάρκεια της ημέρας δημιουργεί μια συνεχή αστάθεια στην κατάσταση των εγκεφαλικών και σωματικών λειτουργιών. Αντίθετα, η μεθαδόνη και οι άλλες φαρμακευτικές ουσίες που χρησιμοποιούνται με σκοπό τη θεραπεία, χαρακτηρίζονται από μακρύτερη χρονική διάρκεια έναρξης της δράσης, καθώς και αποδρομής. Έτσι το άτομο δεν υφίσταται το γρήγορο σκαμπανέβασμα που του δημιουργεί η λήψη της ηρωίνης. Η χρήση των φαρμάκων αυτών μειώνει σημαντικά την επιθυμία για ηρωίνη και μάλιστα έχει ως αποτέλεσμα να μπλοκάρει την ευφορική δράση της ηρωίνης. Τα άτομα σε θεραπεία με τα φάρμακα αυτά δεν υποφέρουν από τις ανωμαλίες στη σωματική λειτουργία και στη συμπεριφορά που δημιουργεί η απότομη εναλλαγή του επιπέδου της ηρωίνης στον οργανισμό των εξαρτημένων.
Ιδιαίτερα όταν η φαρμακευτική θεραπεία με υποκατάστατα συνδυάζεται με συμβουλευτική ή άλλες μορφές ψυχολογικής θεραπείας, τα αποτελέσματά της μεγιστοποιούνται.
Η χορήγηση ηρωίνης θα μπορούσε να υιοθετηθεί ως επίσημο μέτρο της πολιτείας για τη θεραπεία των εξαρτημένων ατόμων;
Τον τελευταίο καιρό γίνεται αρκετή συζήτηση για τη σκοπιμότητα χορήγησης ηρωίνης σε εξαρτημένα άτομα. Είναι γεγονός ότι η Αγγλία, η Ελβετία, η Δανία, η Γερμανία και η Ολλανδία εφαρμόζουν την πολιτική ιατρικής χορήγησης ηρωίνης. Στην υιοθέτηση της πολιτικής αυτής οδήγησε το γεγονός ότι στις χώρες αυτές υπάρχει μια γηράσκουσα ομάδα εξαρτημένων από οπιοειδή ενδοφλέβιων χρηστών, επιβαρυμένων με πολλαπλά προβλήματα υγείας και ιδιαίτερα με μολύνσεις από τον ιό του AIDS και άλλων λοιμωδών νοσημάτων και για τους οποίους όλο το φάσμα θεραπευτικών προσπαθειών, συμπεριλαμβανομένης της μεθαδόνης, απεδείχθη αναποτελεσματικό. Στην Αγγλία, αν και από αρκετά χρόνια υπάρχει από το νόμο η δυνατότητα συνταγογράφησης ηρωίνης σε εξαρτημένα άτομα από γιατρούς που έχουν λάβει άδεια από το κράτος, εντούτοις το μέτρο εφαρμόζεται στην πράξη ελάχιστα. Στην Ελβετία υιοθετήθηκε το μέτρο ευρύτερα, στο πλαίσιο μιας πολιτικής μείωσης της βλάβης και προστασίας της υγείας του γενικού πληθυσμού από τη μετάδοση μολύνσεων. Σημειώνεται ότι ο αριθμός των μολυσμένων από ΑIDS εξαρτημένων στη χώρα αυτή είναι πολύ υψηλός. Το μέτρο απευθύνεται σε περιορισμένο αριθμό εξαρτημένων, που επιλέγονται με αυστηρά κριτήρια, για τους οποίους άλλες θεραπείες, συμπεριλαμβανομένης της μεθαδόνης, έχουν αποτύχει. Στα άτομα αυτά η χορήγηση ηρωίνης γίνεται κάτω από αυστηρά ελεγχόμενες συνθήκες. Αξίζει να σημειωθεί ότι η παραμονή των εξαρτημένων στο πρόγραμμα ηρωίνης ήταν 89% στους 6 μήνες, με αισθητή μείωση στο 66% στους 18 μήνες.
Θέση του ΟΚΑΝΑ στο θέμα της χορήγησης ηρωίνης είναι ότι όσο στη χώρα μας δεν υπάρχει κάλυψη όσων αιτούνται θεραπεία με υποκατάστατα δεν συντρέχει λόγος υιοθέτησης αυτού μέτρου.
Μπορούν η οικογένεια και οι φίλοι να βοηθήσουν στη θεραπεία ενός χρήστη;
Αυτό είναι ένα γεγονός. Η οικογένεια και οι φίλοι μπορούν να κινητοποιήσουν το άτομο να παρακολουθήσει ένα θεραπευτικό πρόγραμμα. Η παρουσία της οικογένειας συμβάλλει αποφασιστικά στο αποτέλεσμα της θεραπείας του εξαρτημένου, ιδιαίτερα του εφήβου.
Αξίζει να ξοδεύονται τόσα χρήματα για τη θεραπεία;
Οικονομικές μελέτες στις Η.Π.Α. έχουν δείξει ότι η θεραπεία των εξαρτημένων κοστίζει λιγότερο από το να μην υποβάλλονται τα άτομα σε θεραπεία ή να φυλακίζονται. Το κόστος φυλάκισης αποδεικνύεται περίπου τέσσερις φορές υψηλότερο από το κόστος της θεραπείας με μεθαδόνη. Οι εκτιμήσεις δείχνουν ότι κάθε δολάριο που επενδύεται στα προγράμματα θεραπείας αποφέρει τέσσερα με επτά περίπου δολάρια οικονομία στο κόστος του συνδεόμενου με τα ναρκωτικά εγκλήματος και σε δαπάνες για την ποινική δικαιοσύνη. Αν περιληφθούν σε αυτά και οι δαπάνες για την υγεία, ο λόγος διαμορφώνεται στο 12 προς 1. Το οικονομικό όφελος μεγαλώνει και άλλο αν στα προηγούμενα οικονομικά οφέλη από τη θεραπεία περιληφθούν η αύξηση της παραγωγικότητας, καθώς και η μείωση και άλλων επιπτώσεων της χρήσης, όπως των ατυχημάτων που έχουν ως αιτία τους τη χρήση ναρκωτικών.
www.okana.gr
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου