" Επάνω σ' ένα ακοίμητο αερόστατο
ατενίζουμε το καθάριο χρώμα τ' ουρανού,
τις ανθισμένες κοιλάδες του μυαλού,
την ανεξίτηλη θαλασσινή δροσιά,
τους ορεινούς στυλοβάτες της απεραντοσύνης...
Οι ψυχές μας γίνονται συνοδοιπόροι..."

Σας καλωσορίζω στο ιστολόγιό μου ελπίζοντας να κάνουμε πολλά ταξίδια - ονειρικά και μακρινά - στο χώρο του πνεύματος, της τέχνης και της δημιουργίας...

Τετάρτη 17 Δεκεμβρίου 2014



Η Μελαγχολία των Γιορτών


Image

Κάτι συμβαίνει εκεί στις αρχές του Δεκεμβρίου. Ενώ υποτίθεται πως «πρέπει» να περιμένουμε πώς και πώς τις γιορτές των Χριστουγέννων και της Πρωτοχρονιάς για να βρεθούμε με τους φίλους και τους αγαπημένους μας, να περάσουμε όμορφα, να ανταλλάξουμε δώρα, να μοιραστούμε στιγμές χαράς με την οικογένειά μας και να νιώσουμε αυτό το αίσθημα της ανάτασης και της ελπίδας, που έχει ταυτιστεί με τα Χριστούγεννα, εμείς διαπιστώνουμε πως δεν έχουμε καμία διάθεση για τίποτα από όλα αυτά. Βλέπουμε τις δύο εβδομάδες των γιορτών ως ένα «βουνό», που έρχεται κατά πάνω μας γεμάτο υποχρεώσεις, ψεύτικα κοινωνικά χαμόγελα, έξοδα, άγχος για να τα προλάβουμε όλα, αλλά και μοναξιά, θλίψη και, τελικά, ένα επίπεδο και μάλλον απαισιόδοξο συναίσθημα που συνήθως αποδίδεται με φράσεις όπως «άντε να περάσουν οι γιορτές να ηρεμήσω».
Θα μπορούσαμε εδώ να κάνουμε έναν πρώτο λόγο για την εποχική δυσθυμία, που χαρακτηρίζεται από μειωμένη διάθεση, αυξημένο άγχος, διαταραχές στον ύπνο, διαταραχές στην πρόσληψη της τροφής, μειωμένη αυτοσυγκέντρωση, σχετική ανηδονία (ανικανότητα άντλησης ευχαρίστησης από δραστηριότητες που συνήθως μας αρέσουν), εκνευρισμό, κόπωση κλπ. H εποχική δυσθυμία παρατηρείται κατά κύριο λόγο από το τέλος του καλοκαιριού μέχρι τα τέλη του χειμώνα και αποδίδεται στη μειωμένη ηλιοφάνεια, που χαρακτηρίζει την περίοδο του φθινοπώρου και του χειμώνα. Μία ιδιαίτερη μορφή εποχικής δυσθυμίας, είναι η μελαγχολία των γιορτών, που συνήθως επηρεάζει περισσότερο ανθρώπους που ζουν μόνοι, είναι ηλικιωμένοι, έχουν βιώσει κάποια σημαντική απώλεια, αντιμετωπίζουν ήδη ένα πρόβλημα που τους έχει επιβαρύνει συναισθηματικά ή ψυχολογικά, ή που δεν έχουν ένα υποστηρικτικό κοινωνικό περιβάλλον.
Ωστόσο, δεν είναι μόνο αυτοί που επηρεάζονται από τις γιορτές. Μεγάλος αριθμός ανθρώπων βιώνει τον ερχομό των γιορτών με άγχος, φόβο και αρνητισμό. Τα Χριστούγεννα είναι μία περίοδος του χρόνου που στο συλλογικό μας ασυνείδητο έχει αποτυπωθεί με όρους λάμψης, χαράς, δώρων, ξέγνοιαστων εξόδων, κατανάλωσης, διακοπών, «καλών» ρούχων, περιττής πολυτέλειας. Από παιδιά μεγαλώσαμε με μεγάλες προσδοκίες για τις γιορτές των Χριστουγέννων και όσα αυτές θα μας έφερναν. Και ως παιδιά, συνήθως (αλλά όχι πάντα), αυτές οι προσδοκίες λίγο-πολύ εκπληρώνονταν. Είχαμε διακοπές από το σχολείο, το σπίτι μύριζε όμορφα, δεχόμασταν δώρα από τους γονείς και τους συγγενείς, συμμετείχαμε σε οικογενειακές και φιλικές γιορτές, οι περιορισμοί και οι απαγορεύσεις χαλάρωναν, το σπίτι ήταν όμορφο και στολισμένο, όλα ήταν ωραία και λαμπερά. Σήμερα πλέον, ως ενήλικοι, το πρότυπο αυτό έρχεται να συγκρουστεί ηχηρά με την πραγματικότητα, και μάλιστα σε αρκετά επίπεδα.
Κατ’ αρχάς, έχουμε την πραγματικότητα των τελευταίων ετών στη χώρα μας: η ανεργία, το μειωμένο εισόδημα και η δυσοίωνη κοινωνική και πολιτική κατάσταση γύρω μας λειτουργούν ως επιβαρυντικοί παράγοντες για τις απογοητεύσεις, τα προσωπικά προβλήματα και τις απώλειες που όλοι μας αντιμετωπίζουμε στη διάρκεια της ζωής μας. 
Όταν έχουμε εξαρτήσει την χαρά από το λαμπερό «περιτύλιγμα» της εορταστικής περιόδου των Χριστουγέννων και ξαφνικά διαπιστώνουμε ότι δεν μπορούμε να εξασφαλίσουμε για τον εαυτό μας και την οικογένειά μας αυτό το περιτύλιγμα, είναι επόμενο να νιώθουμε απογοήτευση, θλίψη ή ακόμα και θυμό. Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν πολλοί άνθρωποι που ζουν μόνοι, χωρίς κοινωνικό περίγυρο, οι οποίοι νιώθουν «παρείσακτοι» και ξένοι μέσα σε αυτό το κλίμα της συντροφικότητας και της αγάπης των γιορτών. Άλλοι πάλι, έχουν χάσει το αγαπημένο τους πρόσωπο και οι γιορτές τους θυμίζουν περασμένες ευτυχισμένες στιγμές, επιβαρύνοντας ήδη το πένθος και την θλίψη που βιώνουν. Κάποιοι άνθρωποι αγχώνονται ενόψει των οικογενειακών συγκεντρώσεων, γνωρίζοντας ότι πολύ συχνά αυτές καταλήγουν σε έντονες διαφωνίες, συγκρούσεις και αλληλοκατηγορίες, οι οποίες εκτοξεύονται ένθεν κι ένθεν πάνω από το εορταστικό τραπέζι. Τέλος, υπάρχουν κι εκείνοι που απλώς νιώθουν «υποχρεωμένοι» να αντεπεξέλθουν σε όλες τις απαιτήσεις του δικού τους κοινωνικού περίγυρου, βάζοντας τον εαυτό τους σε διαδικασίες ατέρμονων προετοιμασιών, άσκοπων εξόδων και συμμετέχοντας σε εκδηλώσεις και εορτασμούς που δεν έχουν να τους πουν απολύτως τίποτα.
Κι όμως. Ο καθένας μπορεί να ζήσει τα Χριστούγεννα, όπως και κάθε άλλη εποχή του χρόνου, όπως ο ίδιος πραγματικά νιώθει και μπορεί. Τίποτα δεν μας είναι επιβεβλημένο ούτε είμαστε υποχρεωμένοι να ανταποκριθούμε σε ένα πρότυπο, που δεν μας ταιριάζει – ψυχικά, συναισθηματικά ή οικονομικά. Τα παιδιά, που συνήθως είναι και η αφορμή για την γέννηση πολλών ενοχών αναφορικά με την αδυναμία μας να τους αγοράσουμε τα δώρα που επιθυμούν ή τα ταξίδια που θα ήθελαν, ικανοποιούνται με πολύ λιγότερα πράγματα από αυτά που νομίζουμε. Αλήθεια, ποιος από εμάς θυμάται ως αξέχαστη ανάμνηση εκείνο το πανάκριβο δώρο που μας χάρισαν σε κάποια γενέθλια ή Χριστούγεννα, όταν ήμασταν παιδιά; Οι περισσότεροι θυμόμαστε την αίσθηση της αγάπης, της ασφάλειας και της ζεστασιάς που εισπράτταμε από εκείνες τις γιορτές και το άνοιγμα των δώρων κάτω από το δέντρο, χωρίς καμία αποτίμηση του οικονομικού τους κόστους. Ας τους χαρίσουμε λοιπόν αναμνήσεις: Ας τα αγκαλιάσουμε, ας τους χαρίσουμε τον χρόνο μας, βόλτες σε Χριστουγεννιάτικες εκδηλώσεις, ωραίες ταινίες στον κινηματογράφο ή την τηλεόραση, τα αγαπημένα τους φαγητά και τις λιχουδιές που προτιμάνε, ας τα αφήσουμε να κοιμηθούν αργά.
Αν είστε ή νιώθετε μόνοι, εκμεταλλευτείτε τις ημέρες αυτές κάνοντας δώρο τον εαυτό σας και την εργασία σας σε κάποια εθελοντική οργάνωση. Δεν υπάρχει μεγαλύτερο αίσθημα πληρότητας από αυτό που χαρίζει η προσφορά σε ανθρώπους που έχουν ανάγκη. Σε κάθε περιοχή, σε όλες τις μεγάλες και μικρές πόλεις, οργανώνονται συσσίτια και παζάρια από διάφορους φορείς και οργανώσεις. Πέραν του ότι θα γνωρίσετε νέους ανθρώπους, θα έχετε την ευκαιρία να προσφέρετε και να λάβετε ζεστά χαμόγελα ευγνωμοσύνης από κόσμο που δεν γνωρίζετε (και που ίσως δεν γνωρίζατε καν ότι υπάρχει). Η ανιδιοτελής προσφορά στον συνάνθρωπο επιστρέφει πολλαπλάσια ικανοποίηση, η οποία, αν το επιτρέπουν οι ρυθμοί σας, μπορεί να συνεχίσει να εκφράζεται και μετά το πέρας των γιορτών. Αν αυτό που σας έχει λείψει είναι η ηρεμία, τότε αφιερώστε χρόνο για τον εαυτό σας. Πηγαίνετε βόλτες, κοιμηθείτε λίγο περισσότερο, απορρίψτε ευγενικά προσκλήσεις σε δείπνα και συγκεντρώσεις με ανθρώπους που θα σας επιβαρύνουν ψυχολογικά και συναισθηματικά, συναντηθείτε με φίλους που το τελευταίο διάστημα δεν έχετε δει, αρνηθείτε να σκορπιστείτε σε δραστηριότητες που δεν σας γεμίζουν. Μην στολίσετε το σπίτι αν δεν το νιώθετε. Μιλήστε με την οικογένειά σας, επικοινωνήστε τους αυτά που νιώθετε και ζητήστε τους τον χώρο που χρειάζεστε. Χαρίστε στον εαυτό σας την πολυτέλεια του να κάνετε μόνο αυτό που σας γεμίζει- και ίσως διαπιστώσετε πόσο σημαντική είναι τελικά αυτή η προτεραιότητα στον εαυτό σας.
Οι συνθήκες που έχουν διαμορφωθεί στη χώρα μας τα τελευταία χρόνια, πέραν των όσων αρνητικών βιώνουμε όλοι μας, μας δίνουν την μεγάλη ευκαιρία να επιστρέψουμε στα βασικά και την ουσία της ζωής. Που δεν έχουν να κάνουν με την εικόνα, το οικονομικό κόστος και το επιφανειακό περιτύλιγμα, αλλά με εμάς τους ίδιους και τους ανθρώπους που μας περιστοιχίζουν. Άλλωστε, περισσότερο ίσως από ποτέ άλλοτε, βιώνουμε πολύ καθαρά πως τίποτα δεν είναι δεδομένο ή αυτονόητο στη ζωή μας. Εκείνο που έχει αξία είναι εκείνο που μας χαρίζει πληρότητα και νόημα, ανεξάρτητα από την εποχή του χρόνου. Ας αφήσουμε τις μεγάλες προσδοκίες στην άκρη, αφού σπανίως τελικά εκπληρώνονται και ας χαρούμε αυτά που είναι σημαντικότερα για εμάς και τους δικούς μας ανθρώπους.
Α. Αποστολοπούλου, Ψυχολόγος
http://to23ogramma.wordpress.com/

Τρίτη 16 Δεκεμβρίου 2014


Διαφοροποιημένη εκπαίδευση: χθες, σήμερα, αύριο

Η διαφοροποίηση στην εκπαίδευση είναι ένα καυτό θέμα. Τόσο οι δάσκαλοι όσο και οι εποπτικές τους αρχές που εμπλέκονται σ’ αυτή την τάση προσπαθούν να ισορροπήσουν επάνω στο κύμα της διαφοροποίησης, όχι πάντα χωρίς να βραχούν. Και αυτό διότι πρόκειται για ένα μεγάλο θέμα, είτε γιατί είναι πάντα “in”, είτε γιατί είναι εντυπωσιακό. Αυτό το διαρκές πισωγύρισμα στη Διαφοροποιημένη Εκπαίδευση θυμίζει το τραγούδι «Ό,τι παλιό είναι νέο πάλι».

Από την εποχή, πριν τριάντα χρόνια, που ολοκλήρωνα τις βασικές μου σπουδές, άκουγα και διάβαζα για την εκπαίδευση αυτή, ότι δηλαδή ταιριάζει στους ταλαντούχους μαθητές, σε αυτούς που έχουν το χάρισμα να μεγιστοποιούν τις γνώσεις τους καθώς επεξεργάζονται πολύπλευρα τις πληροφορίες που δέχονται, αλλά και  για όλους, ακόμη και για τους μαθητές με μαθησιακά προβλήματα.
Σήμερα, με την εμπειρία που τώρα έχω, μπορώ να ισχυριστώ ότι είναι το ίδιο ευεργετική για όλους τους τύπους μαθητών, ταλαντούχους και λιγότερο ταλαντούχους.
Αν θα έπρεπε να αιτιολογήσω αυτή την παρατήρηση, θα μπορούσα να ισχυριστώ ότι τότε το πρόγραμμα σπουδών και η μέθοδος διδασκαλίας ήταν πολύ στενά συνδεδεμένα και δεν άφηναν κανένα περιθώριο στον δάσκαλο να αυτοσχεδιάσει. Ο εκπαιδευτικός σχεδιασμός είναι άλλωστε μέρος του προγράμματος σπουδών και το πρόγραμμα σπουδών είναι μέρος της διδασκαλίας.
Ο διαδοχικός εκσυγχρονισμός του προγράμματος σπουδών και η σταδιακή αποδέσμευση του δασκάλου από τον εναγκαλισμό με το εκάστοτε ισχύον πρόγραμμα, άνοιξε τα φτερά τόσο του δασκάλου όσο και των μαθητών του. Ο δάσκαλος πλέον μπορεί να εστιάσει στις ανάγκες των παιδιών και να απομακρυνθεί, όσο μακριά κρίνει απαραίτητο, από τα πιεστικά όρια του προγράμματος. Ο δάσκαλος υπηρετεί πλέον τις ανάγκες των παιδιών τροποποιώντας, κατά βούληση, τις ανάγκες του προγράμματος σπουδών. Αυτή είναι η Διαφοροποιημένη Εκπαίδευση. Αυτή έτσι απλά. Είναι η επικέντρωση της διδασκαλίας όχι στο τι θέλουμε να γνωρίζουν τα παιδιά, αλλά στο τι θέλουν τα παιδιά να είναι. Το μόνο προαπαιτούμενο είναι να κατανοήσει ο δάσκαλος τόσο τα παιδιά όσο και τον εαυτό του, έτσι ώστε να μην ωφεληθούν μόνο οι χαρισματικοί μαθητές.
Βέβαια, όπως πάντοτε συμβαίνει, υπάρχει ο κίνδυνος εκλαΐκευσης. Έτσι μερικοί δάσκαλοι μιλούν για το «διαφοροποιημένο εκπαιδευτικό πρόγραμμα» και άλλοι μιλούν για τη «διαφοροποιημένη διδασκαλία». Λίγοι εστιάζουν σαφώς στον αναγκαίο συνδυασμό και των δύο, προκειμένου να δημιουργηθεί μία άλλη, διαφορετική, εκπαίδευση.
Μία άλλη παρανόηση είναι ότι ο δάσκαλος πρέπει πρώτιστα να κατανοήσει τι δεν κάνει η διαφοροποιημένη διδασκαλία για να μπορέσει να αξιοποιήσει μία πραγματικά τέτοια διδασκαλία. Ως εκ τούτου θα ήταν διαφωτιστικό να επικεντρωθεί, για μία στιγμή, επάνω στο ερώτημα «Ποια διαφοροποίηση κάνω; Γιατί μερικοί μαθητές τελειώνουν γρηγορότερα τη εργασία τους από άλλους; Πού δυσκολεύονται η υπόλοιποι;» Η απάντηση στο ερώτημα αυτό θα συμπέσει με τον εντοπισμό του προβλήματος, που δεν είναι άλλο από το ότι ο δάσκαλος χρησιμοποιεί προκαθορισμένα πρότυπα, ίδια για όλους τους μαθητές.

Το χρυσό ζητούμενο είναι η κατάργηση των προκαθορισμένων προτύπων και η αντικατάστασή τους με άλλα, που ανταποκρίνονται στις δυνατότητες και κατά συνέπεια στις ανάγκες όλων των μαθητών. Το χρυσό ζητούμενο είναι το διαφοροποιημένο πρόγραμμα. Εξυπακούεται ότι διαφοροποίηση δε σημαίνει παροχή δραστηριοτήτων σαν μενού εστιατορίου, από το οποίο οι μαθητές μπορούν να επιλέξουν κατά βούληση προκειμένου να ολοκληρώσουν τις απαιτήσεις τους. Ο δάσκαλος, ως ειδικός, μπορεί να ολοκληρώσει την διαφοροποίηση τροποποιώντας τέσσερα στοιχεία του έργου του στην τάξη: Το περιεχόμενο, τη διαδικασία, το προϊόν και, αν κάποιος θέλει, το περιβάλλον της σχολικής τάξης.

Η διαφοροποίηση, αυτή καθ’ εαυτή, βασίζεται σε τρεις πεποιθήσεις:
-Ο καθένας μαθαίνει με διαφορετικό τρόπο.
-Η ποιότητα είναι πιο σημαντική από την ποσότητα.
-«Ένα μέγεθος» δεν ταιριάζει σε όλους.
Οι πεποιθήσεις αυτές, με τη σειρά τους, απαιτούν ότι ο κάθε δάσκαλος πρέπει να βρει απάντηση σε τρία συγκεκριμένα ερωτήματα:
Στο περιεχόμενο που πρέπει να διδάξει, δηλαδή τι είναι αυτό που θέλει όλοι οι μαθητές του να μάθουν.
Πώς μπορεί ο κάθε μαθητής να μάθει καλύτερα με τρόπο που ανταποκρίνεται στις ανάγκες του.
Πώς μπορεί ο μαθητής να αποδείξει πιο αποτελεσματικά, ότι έχει όντως, μάθει;
Προκειμένου να επιτευχθεί μία πραγματικά διαφοροποιημένη εκπαίδευση για τους μαθητές, ο δάσκαλος πρέπει να τροποποιήσει την κατεστημένη τυποποίηση της τάξης του σε διάφορους τομείς. Οι τομείς αυτοί περιλαμβάνουν - αλλά δεν περιορίζονται σε αυτά - την αναβηματοδότηση της τάξης, την αλλαγή της επιτήδευσης, το βάθος, την πολυπλοκότητα και την εξατομίκευση. Η ταχύτητα με την οποία προχωρά η τάξη πρέπει να επιβραδυνθεί ή να επιταχυνθεί ανάλογα με τις ανάγκες. Οι μαθητές πρέπει να ενθαρρύνονται να ψάχνουν βαθιά και στη συνέχεια ακόμη πιο βαθιά. Οι μαθησιακές δραστηριότητες πρέπει κινούν το ενδιαφέρον όλων των μαθητών και τα επίπεδα πολυπλοκότητας να είναι βατά από όλους. Να γίνεται δεκτός κάθε τρόπος που επιτυγχάνει τον στόχο. Τέλος, οι μαθητές πρέπει να έχουν ίσες ευκαιρίες και με βάση αυτές να βρίσκουν τρόπους να εκφράζονται και να ερμηνεύουν την πραγματικότητα.
Είναι απαραίτητο ο δάσκαλος να είναι σε θέση να διακρίνει τη διαφορά μεταξύ των εννοιών «διαφορετικό» και «διαφοροποιημένο». Αν δεν μπορεί να διακρίνει αυτή τη διαφορά θα οδηγηθεί σε αδιέξοδα μονοπάτια. Θα οδηγήσει δηλαδή τους μαθητές του στο διαφορετικό που δεν είναι η σκόπιμη προσέγγιση.
Ιδιαίτερα σχετικό με την σύγχρονη ατμόσφαιρα της υπευθυνότητας, της τυποποίησης και επαλήθευσης, είναι το γεγονός ότι η διαφοροποίηση είναι ριζωμένη γερά επάνω στα βασικά συστατικά της αξιολόγησης, εκείνα που έρχονται στις αρχές της μάθησης και συνεχίζονται καθ’ όλη τη διαδικασία της και όχι σε εκείνα που έρχονται στο τέλος και μετενσαρκώνονται «σε δοκιμασία». Μία εμπεριστατωμένη γνώση για το από πού πρέπει να ξεκινήσει η διδασκαλία στους μαθητές, έχει ιδιαίτερη βαρύτητα, διότι επηρεάζει τη συνέχεια. Συνεπώς η στρατηγική της διδασκαλίας πρέπει να καταστρωθεί πριν από την έναρξή της, ώστε να δώσει στον μαθητή τη δυνατότητα του σωστού προσανατολισμού.
Στη συνέχεια η διαμορφωτική αξιολόγηση δίνει στον δάσκαλο τις πληροφορίες που χρειάζεται για να δημιουργήσει κατάλληλα διαφοροποιημένες εργασίες για τους μαθητές του. Η εκτίμηση αυτή αξιολογεί την πρόοδο των μαθητών, παρέχοντας συνεχή ανατροφοδότηση τόσο στους δασκάλους, όσο και στους μαθητές. Είναι ένας οδηγός για τη διδασκαλία και τη μάθηση. Είναι ένας τρόπος για να παρακολουθείτε τη πρόοδο των μαθητών και να αποφασίσετε ποιες αλλαγές πρέπει, τυχόν, να γίνουν. Με άλλα λόγια η διαμορφωτική αξιολόγηση είναι το ίδιο χρήσιμη και για τον δάσκαλο και για τον μαθητή.
Η τρέχουσα κατάσταση της εκπαίδευσης μας υπενθυμίζει πόσο κρίσιμο είναι να έχουμε μία σαφή εικόνα αυτού που λέγεται διαφοροποιημένη εκπαίδευση. Η σημερινή εκπαίδευση εστιάζει «σε όλα τα παιδιά» αντί να εστιάσει «σε κάθε παιδί ξεχωριστά», σύμφωνα με τις μεμονωμένες ανάγκες του, που δεν είναι τίποτε άλλο παρά το δικαίωμα του παιδιού να μάθει και η υποχρέωση του δασκάλου να το βοηθήσει.
Η διαφοροποιημένη εκπαίδευση είναι μία φιλοσοφία που επικεντρώνεται σε δύο σημεία: Στο μαθητή και στον τρόπο. Και δεν είναι κάτι που οι δάσκαλοι μπορούν να διδαχτούν σε σεμινάρια και σε εργαστήρια και στη συνέχεια να τα εφαρμόσουν μέσα στην τάξη. Η διαφοροποιημένη εκπαίδευση συνεπάγεται κοινούς στόχους και πολλούς τρόπους για την επίτευξή τους, τον καθένα με βάση τις ιδιαίτερες ανάγκες τόσο των μαθητών όσο και των δασκάλων. Η διαφοροποιημένη εκπαίδευση ενεργοποιεί τους δασκάλους να συμμετάσχουν σε μία δυναμική διδασκαλία και προσφέρει στους μαθητές μία πραγματική ευκαιρία για μάθηση και μία βαθιά ανταμοιβή για την προσπάθειά τους.


Άννα Παππά (δασκάλα-συγγραφέας) 
http://pappanna.wordpress.com/

Φάρος ζωής...




Πάπιγκο - Ζαγοροχώρια





Ρίγα - Λετονία


Δευτέρα 15 Δεκεμβρίου 2014




Γιατί αποφάσισα να γίνω δασκάλα




Η επιλογή μου να γίνω δασκάλα δεν ήταν επιπόλαια. Η απόφαση αυτή ήταν το επιστέγασμα μιας διαδικασίας προβληματισμού για το τι  ήθελα να κάνω στη ζωή μου. Επέλεξα να σταδιοδρομήσω στο χώρο της εκπαίδευσης, διότι πιστεύω ότι είναι μία από τις σημαντικότερες λειτουργίες που χαρακτηρίζουν τον πολιτισμό μας. 
Πιστεύω  ότι οι εκπαιδευτικοί, ατομικά και συλλογικά, έχουν τη δυνατότητα όχι μόνον να βελτιώσουν τον κόσμο, αλλά και  να τον αλλάξουν.  Μέσα από τη διαδικασία της διδασκαλίας καθημερινά ανανεώνομαι προσωπικά, αλλά και επαγγελματικά. Αισθάνομαι μέλος μιας ευγενούς κοινότητας, που είναι αυτή των δασκάλων  και έχω την ελπίδα ότι  κάποια μέρα θα συμπεριληφθώ στον ίδιο κατάλογο με τους εμπνευσμένους. 
Μερικοί από τους καθηγητές μου, που είχα στη δευτεροβάθμια αλλά και στην τριτοβάθμια εκπαίδευση υπήρξαν τα πρότυπά μου, οι ήρωες μου.  Ήταν οι προσωπικότητες που ήθελα να μοιάσω, να ακολουθήσω το παράδειγμά τους.   Οι αγαπημένοι μου καθηγητές, που με μύησαν  στην “ουσία των πραγμάτων”, ήταν υπομονετικοί με τους μαθητές, ήταν πάντα δίκαιοι, είχαν υψηλούς στόχους και προσδοκίες, ήξεραν πώς να παρακινούν και, το πιο ευχάριστο, είχαν χιούμορ και το χρησιμοποιούσαν εποικοδομητικά. Είχαν το χάρισμα της επικοινωνίας που τους έκανε να ελέγχουν κάθε κατάσταση χωρίς να επιβάλλονται. 
Αυτός είναι ο τύπος της δασκάλας που ήθελα να γίνω. Σήμερα ωστόσο, συνειδητοποιώ ότι  το προσωπικό μου στυλ διδασκαλίας έχει εξελιχθεί σύμφωνα με τα πρότυπά μου, αλλά και τις δικές μου δυνάμεις, γνώσεις, δεξιότητες αξίες και εμπειρίες. 
Θέλω οι μαθητές μου να μαθαίνουν σε ένα φιλικό και αξιοκρατικό  περιβάλλον, ώστε να αυξηθεί  η αυτοεκτίμησή τους. Η υψηλή αυτοεκτίμηση θα τους κάνει μαχητικούς  αγωνιστές,  ικανούς να θέτουν και  να κατακτούν υψηλούς στόχους.  Ως δασκάλα θέλω  να ελπίζω ότι συμβάλλω στην ικανότητά τους να το κάνουν, να επιτύχουν επαγγελματικά και να γίνουν καλοί γονείς και παραγωγικά μέλη  της κοινωνίας των ανθρώπων. 
Για όλους τους παραπάνω λόγους διερωτήθηκα τι καλύτερο επάγγελμα θα μπορούσα να ασκώ. Η απάντησή μου ήταν ότι το να διδάσκω δεν είναι επάγγελμα.   
Είναι αγνή κοινωνική συνεισφορά, και είμαι ευτυχισμένη που σήμερα έχω την ευκαιρία να συνεισφέρω. Ως δασκάλα έχω την άμεση δυνατότητα να κάνω τη διαφορά, να αλλάξω το μέλλον. Είμαι ιδεαλίστρια. Θέλω το καλύτερο για τον καθένα. Θέτω υψηλούς στόχους και παρακινώ τους μαθητές να ξεπεράσουν τους στόχους. Θέλω όλοι μου  οι μαθητές να μαθαίνουν και το κυριότερο να κατανοούν. Θέλω όλοι μου οι μαθητές να αισθάνονται ότι πηγαίνουν σε γιορτή και  όχι σε σχολείο. Θέλω οι μαθητές μου να αναρωτιούνται, να θέτουν ερωτήματα, να έχουν κριτική σκέψη, να μπορούν να γράψουν, να μπορούν να διαβάσουν, να διαβάσουν, να διαβάσουν… Καλός δάσκαλος δεν είναι αυτός που εξηγεί. Δεν είναι κάποιος που απλά αποδεικνύει.
Καλός δάσκαλος είναι αυτός που εμπνέει, αυτός που οδηγεί τη σκέψη πιο πέρα. Είναι αυτός που μπορεί να πάρει τον μαθητή και να τον κάνει να πιστέψει, πραγματικά να πιστέψει, ότι τα όνειρά του και  οι ελπίδες του είναι πραγματοποιήσιμες.  Ο καλός δάσκαλος δεν θα αφήσει τον μαθητή του με αναπάντητα ερωτήματα, με αμφιβολίες. Θα του λύσει κάθε απορία όσο χρόνο κι αν του πάρει. Ακόμη και αν τελειώνει η μέρα, ο καλός δάσκαλος θα μείνει  για να τον εμπνεύσει. Θα διερωτηθεί “πώς πρέπει να του το δώσω ώστε να το κατανοήσει;” Σκοπεύω να είμαι και να παραμείνω αυτό το είδος δασκάλου. Την  περίπτωση να εμπνεύσω έναν άνθρωπο δεν την θεωρώ ευκαιρία αλλά πρόκληση. 
Πάρα πολλοί εκπαιδευτικοί δεν το βλέπουν έτσι. Αυτό, κατά τη γνώμη μου,  πρέπει να αλλάξει. Οι μαθητές πηγαίνουν στο σχολείο επειδή είναι αναγκασμένοι. Πολλές φορές η μάθηση δεν είναι το αγαπημένο τους, όμως καθήκον του δασκάλου είναι  να διδάξει. Οι μαθητές πάντα μαθαίνουν. Δυστυχώς καμιά φορά δεν μαθαίνουν αυτά που διδάσκει  ο  δάσκαλος. Όταν συμβαίνει κάτι τέτοιο, ο δάσκαλος πρέπει να είναι έτοιμος να διδάξει άλλα πράγματα. Πράγματα όπως τον χαρακτήρα, το ήθος, τα οποία μπορεί να αποδειχθούν πολυτιμότερα από την καθεαυτού μάθηση. Αυτός είναι  ο λόγος που έγινα δασκάλα. 
Θέλω να εμπνεύσω τα παιδιά που είναι  το μέλλον του σπουδαίου έθνους μας.


μετάφραση-επιμέλεια: Παππά Άννα δασκάλα-συγγραφέας του Mack S. Tribble

Κυριακή 14 Δεκεμβρίου 2014


Πυραμίδες - Αίγυπτος



Άσκηση Εμπέδωσης στην Ενεργητική Φωνή

 Να  γράψετε  τα  ρήματα  που  σας  δίνονται  στον  κατάλληλο  τύπο  Ε.Φ. που ζητείται μέσα στην παρένθεση:


φονεύω (παρακείμενος,  β΄ πληθ.)

ἐκδιώκω  (αόριστος, γ΄ πληθ.)

διαβαίνω (παρατατικός, α΄ ενικό)

ἐρίζω  (αόριστος, β΄ ενικό)

αὐξάνω  (παρατατικός, γ΄ πληθ.)

πράττω  (υπερσυντέλικος, β΄ πληθ.)

πέμπω  (παρακείμενος, α΄ πληθ.)

ἀγοράζω (αόριστος,  α΄ ενικό)

περιέχω  (παρατατικός, γ΄ ενικό)

πείθω   (παρακείμενος, β΄ ενικό)           

ἔχω   (παρατατικός, α΄ ενικό)

προλέγω  (παρατατικός, β΄ πληθ.)

διαπρέπω (παρατατικός, α΄ενικό)

ὁδεύω  ( αόριστος, β΄ ενικό)

κολάζω (παρατατικός, β΄ ενικό)

ἐκπέμπω  (αόριστος, γ΄ πληθ.)

διαπράττω (μέλλοντας, α’ πληθ.)

περιάγω  (παρατατικός, γ΄ ενικό)

πείθω  (μέλλοντας, β΄ ενικό)           

ὁρίζω (αόριστος, β΄ ενικό)

ἀπογράφω   (παρακείμενος, γ΄ πληθ.)

θύω ( αόριστος, β΄ ενικό)

κολάζω  (παρατατικός, β΄ ενικό)

ἀποκρύπτω (παρατατικός, α΄ πληθ.

ἀρπάζω  (μέλλοντας, γ΄ ενικό)






"Γιατί" (Γιάννης Μαγκλής)


Άσκηση Εμπέδωσης (στα σχήματα λόγου)

Στις παρακάτω φράσεις-προτάσεις να εντοπίσετε τους εκφραστικούς τρόπους με τους οποίους ο συγγραφέας επιτυγχάνει να κάνει το λόγο του περισσότερο εκφραστικό και παραστατικό (μεταφορά, προσωποποίηση, παρομοίωση, επανάληψη, εικόνα-οπτική /ηχητική/ οπτικοακουστική, ασύνδετο σχήμα, αποσιώπηση κ.α.).

1)   «σαν να ’τανε αδέρφια»:

2)  «Ο νέος στρατιώτης ακούμπησε απάνω στο βράχο το ντουφέκι και το κράνος, άνοιξε τα χέρια πλατιά να ξεμουδιάσει το απανωκόρμι, ανάσανε βαθιά κάνα δύο φορές … πεντακάθαρο νερό»:

3)  «Ο μεγάλος ήλιος … είχε γυρίσει να ξεκουραστεί»:

4)  «δεν είμαι φονιάς, σου τ’ ορκίζομαι, δεν είμαι φονιάς»:

5)  «… σήκωσε μονομιάς τα χέρια και κάτι είπε στη γλώσσα του παρακλητικά, με φοβισμένη, συγκινημένη φωνή»:

6)  «Λίγη ώρα πριν έπεφτε ακόμη αραιό λιανοντούφεκο… Όμως τώρα ήταν πλέρια ησυχία.»:

7)  «Σιδερένιος κύκλος πέρασε γύρω από το κεφάλι του.»:

8)  «Ο άνθρωπος κυλίστηκε πάνω στη γης σπαράζοντας και βογκώντας»:

9)  «… τα πικραμένα χείλη του πληγωμένου του μίλαγαν…»:

10)  «… φονιά και θύμα»:

11)    «Λαχάνιασε, πιάστηκε η καρδιά του, κουράστηκαν τα πόδια, λύγισαν τα γόνατα»:

12)   «Καλέ μου… μουρμούρισε … συντριμμένος»:

13)   «Αχ, τι δροσιά …» είπε:

14)   «Η φλόγα έσβησε από τα σωθικά του»:

15)   «Ο νέος στρατιώτης έσκυψε πάνω από την ξεχειλισμένη γουρνίτσα κι ήπιε άφθονο  το κρύο νεράκι»:

16)   «… κι έστρεψε το βλέμμα ανταριασμένο και άγριο μες στο σκοτάδι»:

17)   «Αδελφέ μου, του ’λεγε γλυκά … αδελφέ μου…»:

18)   «Η νύχτα κατέβηκε ολούθες…»:


Παράλληλο Κείμενο

Στρατής Μυριβήλης, «Η ζωή εν τάφω» 

(απόσπασμα)/1924


Ήταν ένας λόφος άλικος από τις παπαρούνες. Ξεκουραζόταν ένα Ρούσικο Σύνταγμα, που τραβούσε κι αυτό για το μέτωπο. Εκεί μας σταματήσανε κι εμάς. Είχε νερό μπόλικο και πρασινάδα εκεί δίπλα. Στήσαμε πυραμίδες τα όπλα και φάγαμε κοντά τους. Μας σίμωσαν κάτι μεγαλόσωμα παλικάρια με τριανταφυλλιά μάγουλα, με χοντρές μπότες και μπλούζες παιδιάτικες δίχως κουμπιά. Τα πηλίκιά τους είχαν κεραμίδι στενούτσικο.
— Γκίρτς;
— Γκίρτς.
— Κριστιάν;
— Κριστιάν.
— Ορτοντόξ;
— Ορτοντόξ.
Μας δεχτήκανε με χαρές σχεδόν παιδιάτικες. Γελούσανε, και μεις γελούσαμε, μας
χάριζαν κονσέρβες, σουγιάδες. Με τα μεγάλα τους χέρια μάς χτυπούσανε στην πλάτη.
Τραβούσανε και μας δείχναν από την τραχηλιά τους χρυσά, σιντεφένια σταυρουδάκια και φυλαχτάρια κρεμασμένα με αλυσιδίτσες. Σταυροκοπιόντανε με τον ορθόδοξο τρόπο.
- Κριστιάν! Κριστιάν!
Φάγαμε μαζί, κουβεντιάσαμε ώρες δίχως να καταλαβαίνει γρι ο ένας απ' τη
γλώσσα τ' αλλουνού. Όμως συνεννοηθήκαμε περίφημα. Η αγάπη κ’ η όχτρα έχουνε
διεθνή γλώσσα.



Ο Στρατής Μυριβήλης, ενώ ήταν φοιτητής στη Φιλοσοφική Σχολή, πήρε μέρος ως εθελοντής στους Βαλκανικούς Πολέμους (1912-1913). Το συγκεκριμένο απόσπασμα αποτελεί μέρος του μυθιστορήματός του με τίτλο «Η ζωή εν τάφω» και αναφέρεται στην περίοδο μετά τη μικρασιατική καταστροφή (1922)

ΕΡΩΤΗΣΕΙΣ

1)  Να εντοπίσετε τις ομοιότητες και τις διαφορές μεταξύ των δύο κειμένων.


2) Ποιο από τα δύο κείμενα πιστεύετε ότι «περνά» με μεγαλύτερη επιτυχία το αντιπολεμικό μήνυμα σ’ ένα σύγχρονο αναγνώστη και γιατί;





 "A Storm in the Sea" (1702)
Ludolf Bakhuizen


Φως στο Παρίσι...




Εσωτερικό σπιτιού στη Νάξο - 1919