Ομώνυμες/ομόηχες και
Παρώνυμες λέξεις
Ομώνυμες ή ομόηχες ονομάζονται οι λέξεις που προφέρονται το ίδιο, έχουν όμως διαφορετική
σημασία. Σχεδόν πάντα οι ομόηχες λέξεις διαφέρουν στην ορθογραφία. Μερικά
παραδείγματα αυτών είναι οι ακόλουθες λέξεις:
ψηλός / ψιλός
|
λιμός /
λοιμός
|
άρματα /
άρματα
|
λύρα / λίρα
|
γάλος /
Γάλλος
|
λυτός / λιτός
|
δανεικός /
δανικός
|
όρος (ο) /
όρος (το)
|
διάλειμμα /
διάλυμα
|
ότι / ό,τι
|
Έγγειος / έγκυος
|
παραλήφτηκε /
παραλείφτηκε
|
έκκληση /
έκλυση
|
πύρα / πείρα
|
εξάρτηση / εξάρτυση
|
στοίχος /
στίχος
|
ετερόκλιτος /
ετερόκλητος
|
σωρός (ο) /
σορός (η)
|
εφορεία /
ευφορία
|
τοίχος (ο) / τείχος
(το)
|
κήτος / κύτος
|
ύλη / ίλη
|
κλήμα / κλίμα
|
φύλλο /φύλο
|
κλήση / κλίση
|
Χήρος /χοίρος
|
κλίνω /
κλείνω
|
κόμμα / κώμα
|
κρητικός / κριτικός
|
|
Παρώνυμες ονομάζονται οι
λέξεις που μοιάζουν κάπως στην προφορά, όμως έχουν διαφορετική σημασία
και ορθογραφία. Ενδεικτικές παρώνυμες λέξεις είναι οι εξής:
Αλήτης /
αλιτήριος
|
Εγκληματώ /
εγκλιματίζω, -ομαι
|
Αμαρτωλός /
αρματολός
|
Έμπειρος / ανάπηρος
/ διάπυρος
|
Αμείλικτος / αμίλητος
|
έκλειψη /
έκθλιψη
|
Αμνηστία /
αμνησία
|
Επήρεια /
επιρροή
|
Αμυγδαλιά /
αμυγδαλή
|
Επιβολή /
επιβουλή
|
Άπληστος /
άπλυτος
|
Έτοιμος,
ετοιμόλογος, ετοιμολογία / έτυμο (το)
Ετυμόλογος,
ετυμολογία
|
Βίωμα (το),
βίωση (η) / βιοτικός
|
Ήμερος /
ήρεμος
|
Γένεση / γέννηση
|
Καλόβολος / καλόβουλος
|
Γέρνω / γερνώ
|
Μέτωπο (το) /
μετόπη (η)
|
Γέρος / γερός
|
Μήνυμα (το) /
μήνυση (η)
|
Γυαλί (το) /
γιαλός (ο)
|
Μήλο / μιλώ
|
Νόμος / νομός
|
Συνδυασμός /
ενδοιασμός
|
Όαση / επώαση
|
Σφάγιο (το) /
σφαγείο (το)
|
Οδύνη (η) /
ωδίνες (οι)
|
Σφήκα / σφίγγα
|
Παίρνω / περνώ
|
Σφύζω,
σφυγμός, ασφυξία, ασφυκτικός /
Σφίγγω,
σφίξιμο, σφιχτός
|
Πίνω / πεινώ
|
Σχολείο /
σχόλιο
|
Πολιτικός /
πολίτικος
|
Τεχνικός /
τεχνητός
|
Πρότυπο /
πρωτότυπο
|
Τύραννος,
τυραννία / Τίρανα
|
Ρήξη / ρίψη
|
Φλιά (η) /
φλοιός (ο)
|
Ριπή / ροπή
|
Φορά / φόρα
|
Σήραγγα /
σύριγγα
|
Ξέρω / ξερό
|
Στερώ /
υστερώ
|
Ψυχή (η) /
ψίχα (η), ψιχία (τα)
|
Στήλη (η) /
στύλος (ο)
|
Ωφελώ,
ωφέλεια, ωφέλιμος, ωφελήματα /
Οφείλω,
οφειλή, όφελος,
|
Στίβος (ο) /
στοίβα (η)
|
|
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου