" Επάνω σ' ένα ακοίμητο αερόστατο
ατενίζουμε το καθάριο χρώμα τ' ουρανού,
τις ανθισμένες κοιλάδες του μυαλού,
την ανεξίτηλη θαλασσινή δροσιά,
τους ορεινούς στυλοβάτες της απεραντοσύνης...
Οι ψυχές μας γίνονται συνοδοιπόροι..."
Σας καλωσορίζω στο ιστολόγιό μου ελπίζοντας να κάνουμε πολλά ταξίδια - ονειρικά και μακρινά - στο χώρο του πνεύματος, της τέχνης και της δημιουργίας...
Τρίτη 29 Ιουλίου 2014
Η πράσινη
ηλιαχτίδα
Όνειρα κι
αυταπάτες πλημμυρίζουν τη ζωή σου.
Φρονείς πως το
φως του Ήλιου θα λάμψει
μέσα στη ζεστή παλάμη σου.
μέσα στη ζεστή παλάμη σου.
Αδιάκοπο το
ταξίδι στην Ιστορία.
Ασταμάτητη η
αγωνία ενός αβέβαιου παρόντος.
Αδιάλειπτος ο
φόβος για τον ταχυδρόμο
που θα ‘ρθει.
που θα ‘ρθει.
Άραγε να κομίζει
ευοίωνα μηνύματα;
Θα ανατείλει η
πράσινη ηλιαχτίδα;
Ή θα βυθιστείς
ξανά στη θλίψη
της μοναξιάς και του κάματου;
της μοναξιάς και του κάματου;
Εάν σταθείς
μπροστά
στον καθρέφτη της ψυχής σου,
θα νιώσεις πως
πράττεις το σωστό…στον καθρέφτη της ψυχής σου,
Δευτέρα 28 Ιουλίου 2014
Γιώργης Παυλόπουλος, Το σπίτι της Ποίησης
Το σπίτι της Ποίησης είναι ακατοίκητο.
Οι ποιητές λείπουν πάντα έξω
γυρίζουν εδώ κι εκεί μέσα στον κόσμο.
Κανείς δεν ξέρει πώς περνούν
τις μέρες και τις νύχτες τους.
Μυστήριο η ζωή τους παραμένει.
Όμως υπάρχουν τ' αποτσίγαρα και τα χαρτιά.
Ποιοι καπνίζουν τόσο πολλά τσιγάρα;
Ποιοι γεμίζουν τόσο πολλά χαρτιά
σ' αυτό το έρημο σπίτι;
Κανείς δεν ξέρει.
Κάθε πρωί μια ωραία γυναίκα
-λένε πως είναι η ίδια η Ποίηση-
έρχεται και βγάζει στο δρόμο τα σκουπίδια.
Καθαρίζει το σπίτι και βάζει τα χαρτιά σε τάξη.
Γιώργης Παυλόπουλος, Να μην τους ξεχάσω, εκδ. Κέδρος, Αθήνα 2008
Φιλία και Εφηβεία
Αν συζητήσει κανείς με εφήβους και περάσει λίγο χρόνο μαζί τους, το πιθανότερο είναι πως θα παρατηρήσει τη συχνή αναφορά που γίνεται στη φιλία. “Οι φίλοι μου έκαναν αυτό”, “Θα έκανα τα πάντα για τους φίλους μου”, “Οι φίλοι μου πάνω από όλα”. Γιατί συμβαίνει αυτό;
Καθώς τα παιδιά μεγαλώνουν και γίνονται πιο ανεξάρτητα από τους γονείς τους, ξεκινούν να εξαρτώνται σε σημαντικό βαθμό από τους φίλους τους για να δεχτούν συναισθηματική στήριξη, να δοκιμάσουν καινούριες αξίες και για να διαμορφώσουν την ταυτότητά τους. Για να αποδεχτεί ο έφηβος την ταυτότητά του, θα πρέπει να νιώθει αποδεκτός και αρεστός από τους άλλους.
Κατά τη διάρκεια της εφηβείας, η σημαντικότητα των φίλων παρουσιάζει αλματώδη αύξηση. Οι έφηβοι αναζητούν υποστήριξη από άλλους για να αντιμετωπίσουν τις σωματικές, συναισθηματικές και κοινωνικές αλλαγές που βιώνουν, και είναι πιο πιθανό να την αναζητήσουν σε ομάδες συνομηλίκων. Αυτό γίνεται εύκολα κατανοητό αν σκεφτούμε πως οι εμπειρίες τους και τα βιώματά τους είναι κοινά.
Η σύγκριση του εαυτού με το δίκτυο φίλων…
Η κοινωνική σύγκριση είναι η διαδικασία που χρησιμοποιούμε όλοι για να αξιολογήσουμε τις ικανότητές μας, τη συμπεριφορά μας, χαρακτηριστικά της προσωπικότητας μας, την εμφάνιση μας, τις αντιδράσεις μας, και την γενική αίσθηση του εαυτού μας σε σχέση με αυτά των άλλων. Αν και η κοινωνική σύγκριση ξεκινάει στην πρώτη παιδική ηλικία, στη διάρκεια της εφηβείας αυτή η διαδικασία αποκτά ιδιαίτερη αξία και σημασία.
Στην αρχή της εφηβείας, οι έφηβοι ξοδεύουν πολύ χρόνο και ενέργεια στο να ορίζουν τον εαυτό τους σε μια “αρένα συνομηλίκων” φτιαγμένη από πολύ διαφορετικά νεαρά άτομα. Χρησιμοποιούν αυτή την αρένα για να ανακαλύψουν και να ορίσουν το ποιοι είναι και ποιοι θέλουν να γίνουν. Συνήθως επικεντρώνονται στην εμφάνιση και στα χαρακτηριστικά προσωπικότητας που τους κάνουν δημοφιλείς, όπως η αίσθηση του χιούμορ και η κοινωνικότητα. Αυτό το στάδιο θα απαιτήσει χρόνο για να μπορέσουν οι έφηβοι να ξεδιαλύνουν τα μηνύματα που λαμβάνουν, να εδραιώσουν την ταυτότητά τους και να αναπτύξουν μια ασφαλή αίσθηση του εαυτού. Λίγο αργότερα, η κοινωνική σύγκριση αλλάζει, και οι έφηβοι θα αρχίσουν να αναζητούν φίλους που μοιράζονται παρόμοια χαρακτηριστικά.
Ανάμεσα στις ηλικίες 12 και 17, οι έφηβοι είναι πολύ πιθανό να συμφωνήσουν με δηλώσεις όπως “Νιώθω άνετα να μιλήσω σχεδόν για τα πάντα με τους φίλους μου”, “Γνωρίζω πώς νιώθει ο/η φίλος-η μου για πράγματα ακόμα και αν δεν μου το πει”. Οι περισσότεροι έφηβοι αναφέρουν ότι έχουν ένα ή δύο “κολλητούς” και αρκετούς καλούς φίλους. Αυτές οι φιλίες τείνουν να διαρκούν για τουλάχιστον ένα χρόνο. Η σταθερότητα των φίλων συνήθως αυξάνει στο μέσο και προς το τέλος της εφηβικής περιόδου.
Όσο οι φιλίες ισχυροποιούνται, οι έφηβοι τείνουν να επιλέγουν τους φίλους αντί τους γονείς για να δεχτούν συμβουλές για διάφορα θέματα όπως ντύσιμο, με ποιον ή με ποια να βγουν, προσωπικά προβλήματα κ.α. Παρόλα αυτά, συνεχίζουν να αναζητούν τη συμβουλή των γονιών για θέματα εκπαίδευσης, οικονομικά και επαγγελματικά σχέδια.
Οι έφηβοι θα διαλέξουν τους φίλους τους με βάση τα κοινά ενδιαφέροντα, τις κοινές δραστηριότητες, την ισότητα, την αφοσίωση και ιδιαίτερα την εμπιστοσύνη. Η έλλειψη εμπιστοσύνης είναι η κύρια αιτία που οι έφηβοι τερματίζουν μια φιλία!
Η επιρροή των φίλων…
Οι βιολογικές αλλαγές που συμβαίνουν κατά τη διάρκεια της εφηβικής ηλικίας, όπως επίσης και οι κοινωνικές αλλαγές που σχετίζονται με τη μετάβαση από το δημοτικό στο γυμνάσιο και στο λύκειο, απαιτούν παρατεταμένη ψυχολογική προσαρμογή. Ο βασικός και κύριος στόχος των εφήβων είναι να ανήκουν και να γίνονται αποδεκτοί από μία ομάδα συνομηλίκων που θα τους βοηθήσει σε αυτή τη διαδικασία. Αυτός είναι ο λόγος που η επιρροή των φίλων έχει τεράστια σημασία στις εμπειρίες και στα ενδιαφέροντα της εφηβικής ηλικίας.
Η κοινωνική επιρροή και η πίεση από ομάδες συνομηλίκων μπορεί να είναι θετική και να ευνοεί την ανάπτυξη των εφήβων. Για παράδειγμα, μπορεί να επηρεαστούν για να γίνουν πιο διεκδικητικοί, να δοκιμάσουν νέες δραστηριότητες ή να συμμετέχουν περισσότερο στο σχολείο. Από την άλλη πλευρά μπορεί να είναι αρνητική και να οδηγήσει σε συμπεριφορές όπως κατάχρηση ουσιών, κάπνισμα, επιπόλαιη σεξουαλική δραστηριότητα. Οι συμπεριφορές όπως αυτές μπορούν να αποδειχθούν επιζήμιες τόσο για τη σωματική όσο και για τη ψυχολογική υγεία των εφήβων.
Οι έφηβοι που έχουν χαμηλή αυτοεκτίμηση, δυσκολία κοινωνικοποίησης, χαμηλές σχολικές επιδόσεις και έλλειψη αποδοχής από το οικογενειακό περιβάλλον, είναι πιο πιθανό να υποκύψουν στην πίεση συνομηλίκων, γιατί μπορεί να αισθάνονται πως ο μόνος τρόπος με τον οποίο θα γίνουν αποδεκτοί στην κοινωνική ομάδα είναι η υιοθέτηση συμπεριφορών της ομάδας. Αντίθετα, οι έφηβοι που έχουν ισχυρή αυτοεκτίμηση μπορούν να αντιστέκονται καλύτερα στις αρνητικές πιέσεις από συνομηλίκους. Όταν ο έφηβος είναι ευχαριστημένος με το ποιος είναι και τις επιλογές που κάνει, είναι λιγότερο πιθανό να επηρεαστεί από ανθρώπους γύρω του.
Ο ρόλος των γονιών…
Οι γονείς μπορεί να ανησυχούν ότι το παιδί τους επηρεάζεται υπερβολικά από τους φίλους του ή να νιώθουν πως ξεπουλά τις αξίες του (ή τις δικές τους) για να ταιριάξει στην ομάδα των φίλων. Αξίζει όμως να θυμούνται πως πέρα από την επιρροή των φίλων, ο έφηβος συνεχίζει και επηρεάζεται σε σημαντικό βαθμό από την οικογένειά του και μάλιστα σε μακροπρόθεσμο χρόνο.
Οι γονείς πρέπει να προσπαθήσουν να διατηρήσουν ανοιχτή την επικοινωνία με τους εφήβους και να παραμείνουν συνδεδεμένοι με αυτούς. Η ανοιχτή επικοινωνία θα βοηθήσει τα παιδιά να αισθάνονται άνετα να μιλήσουν με τους γονείς για πράγματα που τους κάνουν να νιώθουν πίεση ή άβολα. Επιπλέον η ανοιχτή επικοινωνία μπορεί να βοηθήσει να διδαχτούν οι έφηβοι τρόπους άρνησης όταν πιέζονται να κάνουν κάτι που δεν θέλουν.
Οι γονείς πρέπει να κάνουν ξεκάθαρο στα παιδιά πως θα βρίσκονται δίπλα τους και θα λειτουργήσουν σαν διέξοδος όποτε και αν τους χρειαστούν. Αν για παράδειγμα αισθανθούν ότι βρίσκονται σε κίνδυνο ή σε μία κατάσταση υψηλής πίεσης με ένα τηλεφώνημα ή ένα γραπτό μήνυμα μπορούν να τους βοηθήσουν να απαλλαγούν από τη δύσκολη κατάσταση.
Ένα ευρύ κοινωνικό δίκτυο μπορεί να προσφέρει επιλογές και άλλες πηγές στήριξης αν μια φιλία πάει στραβά. Οι γονείς είναι καλό να ενθαρρύνουν την ανάπτυξη σχέσεων μέσω του αθλητισμού, οικογενειακών δραστηριοτήτων ή συλλόγων, έτσι ώστε το παιδί να έχει την ευκαιρία να αναπτύξει φιλίες από ένα ευρύ φάσμα πηγών.
Εάν οι γονείς θεωρούν τους φίλους του παιδιού κακή επιρροή, με το να τους κρίνουν δείχνοντας πως δεν τους αποδέχονται είναι πολύ πιθανό να κάνουν τον έφηβο να θέλει να τους δει ακόμα περισσότερο. Από το να επικεντρώνονται οι γονείς στο ποια παιδιά δεν τους αρέσουν, είναι προτιμότερο να μιλήσουν με το παιδί για τις συμπεριφορές που δεν είναι αρεστές και τις συνέπειες αυτών των συμπεριφορών, χωρίς να κρίνουν τους φίλους τους.
Τέλος, οι γονείς θα πρέπει να θυμούνται πως όταν τα παιδιά έχουν μια ισχυρή αίσθηση του εαυτού τους και των αξιών τους, είναι πιο πιθανό να ξέρουν πότε να τραβήξουν κόκκινες γραμμές. Δείχνοντας επομένως αγάπη, αποδοχή και σεβασμό βοηθούν τα παιδιά να εξοπλιστούν με αυτοπεποίθηση για να παίρνουν σωστές αποφάσεις και να απωθούν την πίεση των συνομηλίκων!
Parentshelp.gr
Tο σχολείο είναι ένας από τους πιο σημαντικούς σταθμούς στη ζωή κάθε ανθρώπου, αλλά ακόμα σημαντικότερος φαίνεται και είναι όταν διανύει κάποιος τη σχολική ηλικία. Ακόμη και για τον πιο «αδιάφορο» μαθητή είναι επώδυνο να μην τα καταφέρνει, να έχει αποτυχίες, να μην μπορεί να προσαρμοστεί στο σχολικό περιβάλλον. Υπάρχει, όμως, η «συνταγή της επιτυχίας» που κάνει τον καλό μαθητή, είναι εύχρηστη και χωρίς παρενέργειες;
Τι σημαίνει καλός μαθητής; Πολύ απλό, θα έλεγαν οι περισσότεροι. Είναι ο μαθητής που είναι επιμελής, συνεπής στις σχολικές του υποχρεώσεις, δεν έχει ο ίδιος και δεν δημιουργεί προβλήματα στο σχολείο, στους δασκάλους και στους συμμαθητές του και, γενικά, παίρνει καλούς βαθμούς και δεν δυσκολεύεται ιδιαίτερα στις εξετάσεις. Όλα αυτά είναι σωστά και κατανοητά, δεν παύουν όμως να αποδίδουν μια αρκετά στατική εικόνα αυτού που ονομάζουμε «καλό μαθητή», αγνοώντας έτσι τους δύο βασικότερους παράγοντες που διαμορφώνουν, ο καθένας με τον τρόπο του, την έννοια αυτή: Τα παιδιά, τους ίδιους δηλαδή τους μαθητές από τη μία και τους γονείς από την άλλη.
Δεν μπορούμε όμως να αγνοήσουμε ότι, όταν μιλάμε για καλούς μαθητές, μιλάμε για παιδιά και συγκεκριμένα για παιδιά ηλικίας από 6 έως 18 ετών. Αυτά τα δώδεκα χρόνια της σχολικής σταδιοδρομίας είναι χρόνια διαρκούς και πολύ ραγδαίας ανάπτυξης, χρόνια συνεχόμενων αλλαγών στην προσωπικότητα, το συναισθηματικό κόσμο, το γνωστικό επίπεδο, τις αντιδράσεις, τη συμπεριφορά του κάθε παιδιού. Αυτές όλες οι αλλαγές, οι έντονες και συνήθως αναπάντεχες μεταπτώσεις στον τρόπο που κάθε παιδί βιώνει τον κόσμο γύρω του και μέσα του, δεν είναι απλώς μικρά, δευτερεύοντα μικροπροβληματάκια που πρέπει να ξεπεραστούν το γρηγορότερο για να συνεχίσει το παιδί να είναι λειτουργικό και αποτελεσματικό στις μαθητικές του υποχρεώσεις, αλλά είναι το «εδώ και τώρα», η καθημερινή, ζωντανή και συχνά πολύ δύσκολη πραγματικότητά τους.
Από την άλλη μεριά, έχουμε τους γονείς. Είναι αυτοί που έχουν τις προσδοκίες, τα όνειρα που -όσο στεγνό και άχαρο κι αν ακούγεται- έχουν «επενδύσει» με πολλούς τρόπους στο παιδί ή στα παιδιά τους και περιμένουν και μέσα από τις επιδόσεις του στο σχολείο (αν όχι κυρίως μέσα από αυτές), να «ανταμειφθούν», να δουν τις προσπάθειές τους να καρποφορούν. Για τους γονείς, το «καλός μαθητής» είναι συχνά πολύ προσωπική υπόθεση. Καταρχήν, είναι η αγνή χαρά και ικανοποίηση να βλέπουν το παιδί τους να τα καταφέρνει και να μη δυσκολεύεται. Eίναι όμως και πολλά άλλα: είναι η προσωπική τους επιβεβαίωση ότι τα έχουν καταφέρει καλά ως γονείς. Είναι μια -πολλές φορές αβάσιμη- ανακούφιση ότι το παιδί τους εξασφαλίζει ένα -σύμφωνα με τα κριτήριά τους- καλό μέλλον. Είναι, ακόμη, «ξόρκι» για τις δικές τους κακοτυχίες ή αποτυχίες («Εσύ θα καταφέρεις αυτό που δεν κατάφερα εγώ»), «τρόπαιο» σε ανταγωνιστικά παιχνίδια με άλλους, «τροφή» για τη ματαιοδοξία τους.
O καλός μαθητής, λοιπόν, είναι αυτός που ξεπερνά ακάθεκτος όλες τις δυσκολίες και τις μεταπτώσεις της ηλικίας του και συνεχίζει να «φέρνει καλούς βαθμούς», εκπληρώνοντας έτσι τις προσδοκίες των γονιών του. Υπάρχουν παιδιά που το καταφέρνουν. Γιατί έτσι είναι φτιαγμένα, γιατί στάθηκαν σε μερικά πράγματα τυχερά, γιατί είχαν πάντα την κατάλληλη στήριξη. Υπάρχουν όμως και άλλα που δεν τα καταφέρνουν, που το να είναι πάντα καλοί μαθητές κάποια μέρα το πληρώνουν αρκετά ακριβά. Λέει η μητέρα του Γιώργου, που είναι 14 ετών: «Το ότι ήταν καλός μαθητής ήταν για μας απόδειξη ότι όλα πάνε καλά. Είχαμε μπερδέψει το παιδί Γιώργο με το μαθητή. Το ότι δεν πήγαινε σινεμά ή βόλτα με τους φίλους του, ότι είχε απομονωθεί, δεν μας απασχολούσε ιδιαίτερα, γιατί λέγαμε ότι αν είχε προβλήματα, θα έπεφταν και οι σχολικές του επιδόσεις. Πόσο έξω μπορεί να πέφτει κανείς ως γονιός... Όταν άρχισαν οι εφιάλτες και ο παιδοψυχολόγος μάς μίλησε για κατάθλιψη, τότε δυστυχώς το καταλάβαμε».
Ίσως λοιπόν είναι απαραίτητο να αναθεωρήσουμε κάπως τις αντιλήψεις περί καλών μαθητών και να τις προσαρμόσουμε στο κάθε παιδί ξεχωριστά. Καλός μαθητής είναι αυτός που τα καταφέρνει στο σχολείο και στα μαθήματα, αλλά όχι σε βάρος της προσωπικής του ευτυχίας. Όταν δηλαδή υπάρχει ισορροπία ανάμεσα στις σχολικές επιδόσεις και στην ευχαρίστηση, στο παιχνίδι, στην παρέα με συνομηλίκους, στην τεμπελιά και στο χασομέρι, απαραίτητο συστατικό, ιδιαίτερα της εφηβικής ηλικίας. Είναι όχι μόνο άχρηστο, αλλά και πολύ επικίνδυνο να είναι κάποιος πρώτος μαθητής και μια μέρα να αναγκαστεί να «εγκαταλείψει» επειδή «κάηκε το σύστημα». Καλός μαθητής είναι κι αυτός που οι επιδόσεις του δεν είναι πάντα οι ίδιες, αλλά μπορεί να πέφτουν όταν κάτι σοβαρό τον απασχολεί, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι ήρθε η συντέλεια του κόσμου, ούτε για τους γονείς του και, κατά συνέπεια, ούτε για τον ίδιο. Καλός μαθητής είναι κι αυτός που είναι καλός σε ορισμένα μαθήματα και σε άλλα λιγότερο. Καλός μαθητής είναι επίσης και εκείνος που παίρνει μέτριους βαθμούς και είναι ευχαριστημένος, έχει ενδιαφέροντα πράγματα που αγαπάει και προσπαθεί γι’ αυτά, έστω κι εξωσχολικά. Ίσως πρέπει να γίνουμε λίγο πιο γενναιόδωροι με τον τίτλο του καλού μαθητή και να τον διευρύνουμε.
Καλός μαθητής είναι μόνο ο πρώτος μαθητής ή αυτός που είναι ανάμεσα στους πρώτους; Δυστυχώς, εμείς οι γονείς, σπρωγμένοι εν μέρει από τις προσωπικές μας φιλοδοξίες και εν μέρει από το σχολικό σύστημα, τείνουμε να παίρνουμε ως βασικότερο κριτήριο αξιολόγησης του καλού μαθητή τις μελλοντικές πιθανότητες που έχει (όπως τις έχουμε εκτιμήσει βέβαια οι ίδιοι χρόνια πριν) να πάει καλά στις εκάστοτε Πανελλήνιες και να μπει σε μια «καλή σχολή». Ίσως, όμως, να είναι προτιμότερο, για το καλό των παιδιών κυρίως, να αξιολογούμε τις σχολικές τους επιδόσεις την κάθε στιγμή (χωρίς να αλληθωρίζουμε προς το μέλλον), σύμφωνα με τις προσπάθειες που καταβάλλουν, τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν και τις υπόλοιπες «επιδόσεις» σε άλλους τομείς της ζωής τους.
Μιλώντας λοιπόν γι’ αυτό τον πιο «διευρυμένο» καλό μαθητή, μπορούμε να δούμε τι χρειάζεται και τι μπορεί να βοηθήσει ένα παιδί να τα πηγαίνει καλά στο σχολείο.
Το σχολείο είναι δουλειά του παιδιού. Μια σχολική σταδιοδρομία που αρχίζει με τη λογική: «΄Έχουμε να κάνουμε μαθήματα» και με συνεχείς παραινέσεις των γονιών στο παιδί για να μελετήσει, μπαίνει σε κακές βάσεις. Η αυτονομία μαθαίνεται σιγά-σιγά, πριν και μετά την αρχή του σχολείου, όταν οι γονείς εμπιστεύονται τα παιδιά τους και τα ενθαρρύνουν να κάνουν πράγματα μόνα τους, να συμμετέχουν ανάλογα με την ηλικία τους σε δουλειές του σπιτιού, να έχουν φίλους και να διαχειρίζονται τις σχέσεις τους.
Η αναγνώριση και η εκτίμηση αυτού που προσπαθεί ένα παιδί είναι κάτι το οποίο χρειάζεται μεγάλη γενναιοδωρία εκ μέρους των γονιών και, ίσως, κάτι παραπάνω. Πρέπει να είναι όσο πιο ειλικρινείς γίνεται. Ένα καθήκον των γονιών είναι να αναγνωρίσουν μέσα τους και να μετριάσουν, όσο γίνεται, την τελειομανία και την υπέρμετρη φιλοδοξία τους σε σχέση με τα παιδιά τους, γιατί δεν υπάρχει το τέλειο παιδί, όπως δεν υπάρχουν οι τέλειοι γονείς. Σχετικά με τα μαθήματα του σχολείου, αυτό σημαίνει ότι πρέπει να εμπιστευτούμε το παιδί ότι θα βρει το δικό του ρυθμό και τρόπο, ενώ ας έχουμε υπόψη ότι όσο περισσότερη πίεση ασκούμε, τόσο λιγότερες είναι οι πιθανότητες να συμβεί αυτό.
Αυτό φυσικά δεν είναι εύκολο, γιατί η ανησυχία των γονιών βάζει σε δοκιμασία την υπομονή τους. Επειδή, όμως, οι φωνές και ο θυμός τελικά δεν έχουν κανένα θετικό αποτέλεσμα, έχει πιο ουσιαστική σημασία το να βοηθήσουν το παιδί τους να βρει τρόπους να είναι πιο συστηματικό. Να βρει πού του αρέσει να διαβάζει, ποια ώρα, να μην το αφήνουν περισσότερο από ένα ορισμένο χρονικό διάστημα, ανάλογο της ηλικίας του (π.χ. όχι παραπάνω από μισή με μία ώρα στην πρώτη τάξη, μία με μιάμιση στη δευτέρα και στην τρίτη κ.ο.κ.), να κοιτάει πρώτα τι έχει και μετά να αρχίζει, να κάνει μικρά ενδιάμεσα διαλείμματα, να εναλλάσσει γραπτές με προφορικές ασκήσεις, για να μένει συγκεντρωμένο. Όλα αυτά έχουν μεγάλη σημασία και πολλά παιδιά πελαγώνουν γιατί δεν μπορούν να οργανώσουν τη μελέτη τους και όχι τόσο γιατί δυσκολεύονται με το περιεχόμενο.
Όχι για να τους υπενθυμίζουν συνέχεια ότι έχουν κι άλλα μαθήματα, ότι δεν τα πήγαν αρκετά καλά στην τελευταία ορθογραφία ή στο τεστ και για να τα κρατάνε καθισμένα 4 ώρες στην καρέκλα μέχρι να τελειώσουν τη μελέτη τους. Χρειάζονται τους γονείς για βοήθεια σε ό,τι δεν καταλαβαίνουν και δυσκολεύονται. Για να έχουν κάποιον που θα τα ακούσει, όταν έστω και μικροπροβληματάκια με τη συμμαθήτρια, τη δασκάλα, το γυμναστή, τον καλύτερο φίλο, τον καθηγητή της Χημείας τούς προκαλούν ανησυχία, ένταση, λύπη.
O ρόλος των γονιών είναι να μη συγχέουν το μαθητή με το παιδί και να δίνουν στο παιδί τους να καταλαβαίνει ότι μια αποτυχία στο σχολείο δεν σημαίνει γι’ αυτούς ότι απογοητεύονται ή ότι κλονίζεται η αγάπη τους γι’ αυτό. Αυτό μπορεί πολλοί γονείς να το θεωρούν αυτονόητο («Αλίμονο, εγώ το παιδί μου το αγαπάω ό,τι κι αν κάνει, ό,τι μαθητής κι αν είναι»), πολύ συχνά, όμως, του δίνουν άλλα μηνύματα. Με την πρόθεση να του δείξουν ότι «πρέπει να το πάρει στα σοβαρά», το τιμωρούν, το μαλώνουν ή δείχνουν μόνο τη δυσαρέσκεια και την απογοήτευσή τους, χωρίς να προσπαθήσουν καν να το καταλάβουν και να το βοηθήσουν. Για να ξεπεράσουν όμως τις δυσκολίες τους, τα παιδιά χρειάζονται ανθρώπους που ενδιαφέρονται να ακούσουν και να καταλάβουν. Με τον τρόπο αυτό, μαθαίνουν να ζητούν βοήθεια όταν τη χρειάζονται και να μην εγκαταλείπουν όταν κάτι δεν πάει καλά.
Χρειάζονται γονείς που καταλαβαίνουν ότι πραγματικά καλός μαθητής είναι μόνο αυτός που είναι καλά και στην υπόλοιπη ζωή του.
Λουίζα Bογιατζή (συμβουλευτική ψυχολόγος)
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)