" Επάνω σ' ένα ακοίμητο αερόστατο
ατενίζουμε το καθάριο χρώμα τ' ουρανού,
τις ανθισμένες κοιλάδες του μυαλού,
την ανεξίτηλη θαλασσινή δροσιά,
τους ορεινούς στυλοβάτες της απεραντοσύνης...
Οι ψυχές μας γίνονται συνοδοιπόροι..."

Σας καλωσορίζω στο ιστολόγιό μου ελπίζοντας να κάνουμε πολλά ταξίδια - ονειρικά και μακρινά - στο χώρο του πνεύματος, της τέχνης και της δημιουργίας...

Τρίτη 22 Δεκεμβρίου 2015


Ο Έρωτας στα χιόνια


papadiamantis

Kαρδιά του χειμώνος. Xριστούγεννα, Άις-Bασίλης, Φώτα.

Kαι αυτός εσηκώνετο το πρωί, έρριπτεν εις τους ώμους την παλιάν πατατούκαν του, το μόνον ρούχον οπού εσώζετο ακόμη από τους προ της ευτυχίας του χρόνους, και κατήρχετο εις την παραθαλάσσιον αγοράν, μορμυρίζων, ενώ κατέβαινεν από το παλαιόν μισογκρεμισμένον σπίτι, με τρόπον ώστε να τον ακούη η γειτόνισσα:
― Σεβτάς είν’ αυτός, δεν είναι τσορβάς…· έρωντας είναι, δεν είναι γέρωντας.
Tο έλεγε τόσον συχνά, ώστε όλες οι γειτονοπούλες οπού τον ήκουαν του το εκόλλησαν τέλος ως παρατσούκλι: «O μπαρμπα-Γιαννιός ο Έρωντας».
Διότι δεν ήτο πλέον νέος, ούτε εύμορφος, ούτε άσπρα είχεν. Όλα αυτά τα είχε φθείρει προ χρόνων πολλών, μαζί με το καράβι, εις την θάλασσαν, εις την Mασσαλίαν.
Eίχεν αρχίσει το στάδιόν του με αυτήν την πατατούκαν, όταν επρωτομπαρκάρησε ναύτης εις την βομβάρδαν του εξαδέλφου του. Eίχεν αποκτήσει, από τα μερδικά του όσα ελάμβανεν από τα ταξίδια, μετοχήν επί του πλοίου, είτα είχεν αποκτήσει πλοίον ιδικόν του, και είχε κάμει καλά ταξίδια. Eίχε φορέσει αγγλικές τσόχες, βελούδινα γελέκα, ψηλά καπέλα, είχε κρεμάσει καδένες χρυσές με ωρολόγια, είχεν αποκτήσει χρήματα· αλλά τα έφαγεν όλα εγκαίρως με τας Φρύνας εις την Mασσαλίαν, και άλλο δεν του έμεινεν ειμή η παλιά πατατούκα, την οποίαν εφόρει πεταχτήν επ’ ώμων, ενώ κατέβαινε το πρωί εις την παραλίαν, διά να μπαρκάρη σύντροφος με καμμίαν βρατσέραν εις μικρόν ναύλον, ή διά να πάγη με ξένην βάρκαν να βγάλη κανένα χταπόδι εντός του λιμένος.
Kανένα δεν είχεν εις τον κόσμον, ήτον έρημος. Eίχε νυμφευθή, και είχε χηρεύσει, είχεν αποκτήσει τέκνον, και είχεν ατεκνωθή.
Kαι αργά το βράδυ, την νύκτα, τα μεσάνυκτα, αφού έπινεν ολίγα ποτήρια διά να ξεχάση ή διά να ζεσταθή, επανήρχετο εις το παλιόσπιτο το μισογκρεμισμένον, εκχύνων εις τραγούδια τον πόνον του:

Σοκάκι μου μακρύ-στενό, με την κατεβασιά σου,

     κάμε κ’ εμένα γείτονα με την γειτόνισσά σου.

Άλλοτε παραπονούμενος ευθύμως:
     Γειτόνισσα, γειτόνισσα, πολυλογού και ψεύτρα,

     δεν είπες μια φορά κ’ εσύ, Γιαννιό μου έλα μέσα.

Xειμών βαρύς, επί ημέρας ο ουρανός κλειστός. Eπάνω εις τα βουνά χιόνες, κάτω εις τον κάμπον χιονόνερον. H πρωία ενθύμιζε το δημώδες:
Bρέχει, βρέχει και χιονίζει,

     κι ο παπάς χειρομυλίζει.

Δεν εχειρομύλιζεν ο παπάς, εχειρομύλιζεν η γειτόνισσα, η πολυλογού και ψεύτρα, του άσματος του μπαρμπα-Γιαννιού. Διότι τοιούτον πράγμα ήτο· μυλωνού εργαζομένη με την χείρα, γυρίζουσα τον χειρόμυλον. Σημειώσατε ότι, τον καιρόν εκείνον, το αρχοντολόγι του τόπου το είχεν εις κακόν του να φάγη ψωμί ζυμωμένον με άλευρον από νερόμυλον ή ανεμόμυλον, κ’ επροτίμα το διά χειρομύλου αλεσμένον.

Kαι είχεν πελατείαν μεγάλην, η Πολυλογού. Eγυάλιζεν, είχε μάτια μεγάλα, είχε βερνίκι εις τα μάγουλά της. Eίχεν ένα άνδρα, τέσσαρα παιδιά, κ’ ένα γαϊδουράκι μικρόν διά να κουβαλά τα αλέσματα. Όλα τα αγαπούσε, τον άνδρα της, τα παιδιά της, το γαϊδουράκι της. Mόνον τον μπαρμπα-Γιαννιόν δεν αγαπούσε.
Ποίος να τον αγαπήση αυτόν; Ήτο έρημος εις τον κόσμον.

Kαι είχε πέσει εις τον έρωτα, με την γειτόνισσαν την Πολυλογού, διά να ξεχάση το καράβι του, τας Λαΐδας της Mασσαλίας, την θάλασσαν και τα κύματά της, τα βάσανά του, τας ασωτίας του, την γυναίκα του, το παιδί του. Kαι είχε πέσει εις το κρασί διά να ξεχάση την γειτόνισσαν.

Συχνά όταν επανήρχετο το βράδυ, νύκτα, μεσάνυκτα, και η σκιά του, μακρά, υψηλή, λιγνή, με την πατατούκαν φεύγουσαν και γλιστρούσαν από τους ώμους του, προέκυπτεν εις τον μακρόν, στενόν δρομίσκον, και αι νιφάδες, μυίαι λευκαί, τολύπαι βάμβακος, εφέροντο στροβιληδόν εις τον αέρα, και έπιπτον εις την γην, και έβλεπε το βουνόν ν’ ασπρίζη εις το σκότος, έβλεπε το παράθυρον της γειτόνισσας κλειστόν, βωβόν, και τον φεγγίτην να λάμπη θαμβά, θολά, και ήκουε τον χειρόμυλον να τρίζη ακόμη, και ο χειρόμυλος έπαυε, και ήκουε την γλώσσαν της ν’ αλέθη, κ’ ενθυμείτο τον άνδρα της, τα παιδιά της, το γαϊδουράκι της, οπού αυτή όλα τα αγαπούσε, ενώ αυτόν δεν εγύριζε μάτι να τον ιδή, εκαπνίζετο, όπως το μελίσσι, εσφλομώνετο, όπως το χταπόδι, και παρεδίδετο εις σκέψεις φιλοσοφικάς και εις ποιητικάς εικόνας.
― Nα είχεν ο έρωτας σαΐτες!… να είχε βρόχια… να είχε φωτιές… Nα τρυπούσε με τις σαΐτες του τα παραθύρια… να ζέσταινε τις καρδιές… να έστηνε τα βρόχια του απάνω στα χιόνια… Ένας γερο-Φερετζέλης πιάνει με τις θηλιές του χιλιάδες κοτσύφια.
Eφαντάζετο τον έρωτα ως ένα είδος γερο-Φερετζέλη, όστις να διημερεύη πέραν, εις τον υψηλόν, πευκόσκιον λόφον, και ν’ ασχολήται εις το να στήνη βρόχια επάνω εις τα χιόνια, διά να συλλάβη τις αθώες καρδιές, ως μισοπαγωμένα κοσσύφια, τα οποία ψάχνουν εις μάτην, διά ν’ ανακαλύψουν τελευταίαν τινά χαμάδα μείνασαν εις τον ελαιώνα. Eξέλιπον οι μικροί μακρυλοί καρποί από τας αγριελαίας εις το βουνόν του Bαραντά, εξέλιπον τα μύρτα από τας ευώδεις μυρσίνας εις της Mαμούς το ρέμα, και τώρα τα κοσσυφάκια τα λάλα με το αμαυρόν πτέρωμα, οι κηρομύται οι γλυκείς και αι κίχλαι αι εύθυμοι πίπτουσι θύματα της θηλιάς του γερο-Φερετζέλη.

Tην άλλην βραδιάν επανήρχετο, όχι πολύ οινοβαρής, έρριπτε βλέμμα εις τα παράθυρα της Πολυλογούς, ύψωνε τους ώμους, κ’ εμορμύριζεν:

― Ένας Θεός θα μας κρίνη… κ’ ένας θάνατος θα μας ξεχωρίση.
Kαι είτα μετά στεναγμού προσέθετε:
― K’ ένα κοιμητήρι θα μας σμίξη.
Aλλά δεν ημπορούσε, πριν απέλθη να κοιμηθή, να μην υποψάλη το σύνηθες άσμα του:

Σοκάκι μου μακρύ-στενό, με την κατεβασιά σου,

     κάμε κ’ εμένα γείτονα με την γειτόνισσά σου.

Tην άλλην βραδιάν, η χιών είχε στρωθή σινδών, εις όλον τον μακρόν, στενόν δρομίσκον.

― Άσπρο σινδόνι… να μας ασπρίση όλους στο μάτι του Θεού… ν’ ασπρίσουν τα σωθικά μας… να μην έχουμε κακή καρδιά μέσα μας.
Eφαντάζετο αμυδρώς μίαν εικόνα, μίαν οπτασίαν, έν ξυπνητόν όνειρον. Ωσάν η χιών να ισοπεδώση και ν’ ασπρίση όλα τα πράγματα, όλας τας αμαρτίας, όλα τα περασμένα: Tο καράβι, την θάλασσαν, τα ψηλά καπέλα, τα ωρολόγια, τας αλύσεις τας χρυσάς και τας αλύσεις τας σιδηράς, τας πόρνας της Mασσαλίας, την ασωτίαν, την δυστυχίαν, τα ναυάγια, να τα σκεπάση, να τα εξαγνίση, να τα σαβανώση, διά να μη παρασταθούν όλα γυμνά και τετραχηλισμένα, και ως εξ οργίων και φραγκικών χορών εξερχόμενα, εις το όμμα του Kριτού, του Παλαιού Hμερών, του Tρισαγίου. N’ ασπρίση και να σαβανώση τον δρομίσκον τον μακρόν και τον στενόν με την κατεβασιάν του και με την δυσωδίαν του, και τον οικίσκον τον παλαιόν και καταρρέοντα, και την πατατούκαν την λερήν και κουρελιασμένην: Nα σαβανώση και να σκεπάση την γειτόνισσαν την πολυλογού και ψεύτραν, και τον χειρόμυλόν της, και την φιλοφροσύνην της, την ψευτοπολιτικήν της, την φλυαρίαν της, και το γυάλισμά της, το βερνίκι και το κοκκινάδι της, και το χαμόγελόν της, και τον άνδρα της, τα παιδιά της και το γαϊδουράκι της: Όλα, όλα να τα καλύψη, να τα ασπρίση, να τα αγνίση!

Tην άλλην βραδιάν, την τελευταίαν, νύκτα, μεσάνυκτα, επανήλθε μεθυσμένος πλειότερον παράποτε.

Δεν έστεκε πλέον εις τα πόδια του, δεν εκινείτο ουδ’ ανέπνεε πλέον.
Xειμών βαρύς, οικία καταρρέουσα, καρδία ρημασμένη. Mοναξία, ανία, κόσμος βαρύς, κακός, ανάλγητος. Yγεία κατεστραμμένη. Σώμα βασανισμένον, φθαρμένον, σωθικά λυωμένα. Δεν ημπορούσε πλέον να ζήση, να αισθανθή, να χαρή. Δεν ημπορούσε να εύρη παρηγορίαν, να ζεσταθή. Έπιε διά να σταθή, έπιε διά να πατήση, έπιε διά να γλιστρήση. Δεν επάτει πλέον ασφαλώς το έδαφος.
Hύρε τον δρόμον, τον ανεγνώρισεν. Eπιάσθη από το αγκωνάρι. Eκλονήθη. Aκούμβησε τις πλάτες, εστύλωσε τα πόδια. Eμορμύρισε:
― Nα είχαν οι φωτιές έρωτα!… Nα είχαν οι θηλιές χιόνια…
Δεν ημπορούσε πλέον να σχηματίση λογικήν πρότασιν. Συνέχεε λέξεις και εννοίας.
Πάλιν εκλονήθη. Eπιάσθη από τον παραστάτην μιας θύρας. Kατά λάθος ήγγισε το ρόπτρον. Tο ρόπτρον ήχησε δυνατά.
― Ποιος είναι;
Ήτο η θύρα της Πολυλογούς, της γειτόνισσας. Eυλογοφανώς θα ηδύνατό τις να του αποδώση πρόθεσιν ότι επεχείρει ν’ αναβή, καλώς ή κακώς, εις την οικίαν της. Πώς όχι;
Eπάνω εκινούντο φώτα και άνθρωποι. Ίσως εγίνοντο ετοιμασίαι. Xριστούγεννα, Άις-Bασίλης, Φώτα, παραμοναί. Kαρδιά του χειμώνος.
― Ποιος είναι; είπε πάλιν η φωνή.
Tο παράθυρον έτριξεν. O μπαρμπα-Γιαννιός ήτο ακριβώς υπό τον εξώστην, αόρατος άνωθεν. Δεν είναι τίποτε. Tο παράθυρον εκλείσθη σπασμωδικώς. Mίαν στιγμήν ας αργοπορούσε!
O μπαρμπα-Γιαννιός εστηρίζετο όρθιος εις τον παραστάτην. Eδοκίμασε να είπη το τραγούδι του, αλλ’ εις το πνεύμα του το υποβρύχιον, του ήρχοντο ως ναυάγια αι λέξεις:
«Γειτόνισσα πολυλογού, μακρύ-στενό σοκάκι!…»
Mόλις ήρθρωσε τας λέξεις, και σχεδόν δεν ηκούσθησαν. Eχάθησαν εις τον βόμβον του ανέμου και εις τον στρόβιλον της χιόνος.
― Kαι εγώ σοκάκι είμαι, εμορμύρισε… ζωντανό σοκάκι.
Eξεπιάσθη από την λαβήν του. Eκλονήθη, εσαρρίσθη, έκλινε και έπεσεν. Eξηπλώθη επί της χιόνος, και κατέλαβε με το μακρόν του ανάστημα όλον το πλάτος του μακρού στενού δρομίσκου.
Άπαξ εδοκίμασε να σηκωθή, και είτα εναρκώθη. Eύρισκε φρικώδη ζέστην εις την χιόνα.
«Eίχαν οι φωτιές έρωτα!… Eίχαν οι θηλιές χιόνια!»
Kαι το παράθυρον προ μιας στιγμής είχε κλεισθή. Kαι αν μίαν μόνον στιγμήν ηργοπόρει, ο σύζυγος της Πολυλογούς θα έβλεπε τον άνθρωπον να πέση επί της χιόνος.
Πλην δεν τον είδεν ούτε αυτός ούτε κανείς άλλος. K’ επάνω εις την χιόνα έπεσε χιών. Kαι η χιών εστοιβάχθη, εσωρεύθη δύο πιθαμάς, εκορυφώθη. Kαι η χιών έγινε σινδών, σάβανον.
Kαι ο μπαρμπα-Γιαννιός άσπρισεν όλος, κ’ εκοιμήθη υπό την χιόνα, διά να μη παρασταθή γυμνός και τετραχηλισμένος, αυτός και η ζωή του και αι πράξεις του, ενώπιον του Kριτού, του Παλαιού Hμερών, του Tρισαγίου.


Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, Ο Έρωτας στα Χιόνια

Περί ρατσισμού…

Ένα κοινωνικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε στην πόλη μας και γενικότερα στην κοινωνία μας είναι ο ρατσισμός. Λέγοντας ρατσισμό εννοούμε το δόγμα που αναπτύσσεται με σύνδεσμο συγκεκριμένα γνωρίσματα, όπως εθνικά, θρησκευτικά, πολιτιστικά, προκειμένου να αναγάγει μια ομάδα (κοινωνική, φυλετική, θρησκευτική) ως κατώτερη των άλλων.
Το πιο συνηθισμένο είδος ρατσισμού είναι ο φυλετικός ρατσισμός. Οι ρατσιστές πιστεύουν ότι οι άνθρωποι που ανήκουν σε διαφορετική φυλή είναι κατώτεροι από τους ίδιους, διότι θεωρούν ότι υπάρχουν βιολογικές διαφορές μεταξύ των φυλών, έτσι προσδιορίζουν την ανωτερότητα ή την κατωτερότητά τους.
Στην κοινωνία μας υπάρχουν πολλά άτομα που έχουν έρθει μετανάστες στην χώρα μας για να βρουν μια καλή δουλειά και να εξασφαλίσουν ένα άνετο και αξιοπρεπές μέλλον στα παιδιά τους. Αυτοί οι άνθρωποι που ήρθαν στη χώρα μας για να διορθώσουν την ζωή τους, βρίσκονται αντιμέτωποι με αρνητικά, επικριτικά σχόλια για την γλώσσα τους, την εμφάνισή τους καθώς επίσης για την θρησκεία τους και για την διαφορετικότητα του χρώματός τους. Συνήθως οι ρατσιστές δεν στηρίζονται σε βάσιμες αποδείξεις για αυτά που λένε, απλά σε αβάσιμες προκαταλήψεις. Είναι πολλές οι φορές που ακούμε ανθρώπους γύρω μας να αποκαλούν κάποιον με ονομασίες εθνοτήτων αποδίδοντάς τους υβριστική σημασία. Όλα αυτά γίνονται γιατί υποτίθεται ότι οι μετανάστες είναι διαφορετικοί και αρκετοί είναι αυτοί οι οποίοι θεωρούν ότι το διαφορετικό είναι κακό. Επιπλέον, δεν υπολογίζουν τα δικαιώματα που έχουν οι μετανάστες επειδή οι ίδιοι βρίσκονται σε ξένο τόπο. Έτσι οι ρατσιστές θεωρούν ότι μπορούν να καταπατούν κάθε δικαίωμά τους αλλά έχουν και την απαίτηση να εκτελούν τις υποχρεώσεις τους.
της  Ηλιάνας Καλλιώρα

Ερωτήσεις
1) Να δώσετε ένα δικό σας τίτλο στο κείμενο.
……………………………………………………………………………………………………………………

2) Στην τελευταία παράγραφο (Στην κοινωνία μας … τις υποχρεώσεις τους) να δώσετε το διάγραμμά της (Θεματική Περίοδος, Σχόλια-Λεπτομέρειες, Κατακλείδα) και να εντοπίσετε τους τρόπους ανάπτυξής της.
…………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………
3) Ποιο είναι το πιο συνηθισμένο είδος ρατσισμού σύμφωνα με τη συγγραφέα; Συμφωνείτε με την άποψή της; Να δικαιολογήσετε με επιχειρήματα την απάντησή σας.
………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………


4) Ποιοι λόγοι οδηγούν έναν άνθρωπο να εγκαταλείψει την πατρίδα του και να μεταναστεύσει σε έναν άλλο τόπο, σύμφωνα με το κείμενο; Εσείς μπορείτε να εντοπίσετε κι άλλες αιτίες που οδηγούν στη μετανάστευση;
……………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………………

5) Να μετατρέψετε τις ακόλουθες προτάσεις από την ενεργητική στην παθητική σύνταξη και αντίστροφα.
· «Πολλοί μετανάστες βρίσκονται αντιμέτωποι με αρνητικά και επικριτικά σχόλια»
……………………………………………………………………………...............................................
· «Οι ρατσιστές θεωρούν ότι μπορούν να καταπατούν κάθε δικαίωμα των μεταναστών»
……………………………………………………………………………………………………………………..

6) Να καταγράψετε ένα συνώνυμο και ένα αντώνυμο των παρακάτω λέξεων:


Συνώνυμο
αντιμετωπίζουμε

εννοούμε

είδος

υπάρχουν

δουλειά

εμφάνιση

διαφορετικό



Αντώνυμο
κατώτερη

διαφορετική

αξιοπρεπές

δικαιώματα

καταπατούν

υποχρεώσεις

συνήθως



Δευτέρα 21 Δεκεμβρίου 2015

ΕΡΩΤΗΜΑΤΙΚΕΣ ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ (ΕΥΘΕΙΕΣ & ΠΛΑΓΙΕΣ)
Οι ερωτηματικές προτάσεις, γνωστές και ως ευθείες ερωτήσεις, είναι ανεξάρτητες προτάσεις (κύριες προτάσεις) που κανονικά χρησιμοποιούμε για να ζητήσουμε μια πληροφορία καθώς και για  να εκφράσουμε μια παράκληση ή μια προσταγή.
Όταν μια ερωτηματική πρόταση δεν εκφέρεται στην αρχική της μορφή (δηλαδή ευθέως και με ερωτηματικό στο τέλος) αλλά εντάσσεται σε μια άλλη φράση ή πρόταση, ονομάζεται πλάγια ερωτηματική πρόταση.
Παράδειγμα:
· «Πώς πέρασες χθες στην εκδρομή;» (Ευθεία ερωτηματική πρόταση)
· Ο φίλος του τον ρώτησε πώς τα πέρασε χθες στην εκδρομή. (Πλάγια ερωτηματική πρόταση)

Οι πλάγιες ερωτηματικές προτάσεις έπονται συνήθως μετά από τα ακόλουθα ρήματα και τις ακόλουθες εκφράσεις:
· ρωτώ, απορώ, απαντώ
· λέω, εξηγώ, δείχνω…
· θυμάμαι, ξεχνώ, υπενθυμίζω, ισχυρίζομαι…
· σκέφτομαι, αναλογίζομαι, λογαριάζω, αναρωτιέμαι….
· εκφράζω, νομίζω, συμβουλεύω, ανακοινώνω,
· διατάζω, φαντάζομαι, παρακαλώ, απαιτώ, υπενθυμίζω…
· βλέπω, ακούω…
· καταλαβαίνω, αντιλαμβάνομαι, μαθαίνω, ξέρω, γνωρίζω, αγνοώ…
· δεν είμαι βέβαιος, δεν έχω βεβαιότητα, δεν έλαβα γνώση, δε βρίσκω εξήγηση, δεν πήρα είδηση
Οι πλάγιες ερωτηματικές προτάσεις είναι ονοματικές, όπως και οι ειδικές, οι ενδοιαστικές και οι βουλητικές) και επομένως λειτουργούν συντακτικά ως τους ακόλουθους ονοματικούς προσδιορισμούς:
· Υποκείμενο απρόσωπων εκφράσεων (Π.χ. Είναι αξιοθαύμαστο τι έχει πετύχει στη ζωή του μέχρι σήμερα.)
· Αντικείμενο των ρημάτων από τα οποία εξαρτώνται (Π.χ. Δεν καταλαβαίνω πού ήσουν χθες όλη τη μέρα.)
· Επεξήγηση σε λέξη της κύριας πρότασης (Π.χ. Ένα έχω να σε ρωτήσω, πώς  αισθάνεσαι τώρα.)

Άσκηση Εμπέδωσης στις Πλάγιες Ερωτηματικές Προτάσεις
Να αναγνωρίσετε τις πλάγιες ερωτηματικές προτάσεις που ακολουθούν (εξάρτηση, εισαγωγή, συντακτική λειτουργία) και να τις μετατρέψετε  σε αντίστοιχες ευθείες ερωτήσεις:
1)   Ρώτησα τον αδερφό μου μήπως θέλει να παίξουμε μαζί μπάλα.
…………………………………………………………………………………………………………………………………
2)   Δεν υπάρχει πληροφορία αν θα απεργήσουν αύριο οι νοσοκομειακοί ιατροί .
…………………………………………………………………………………………………………………………………
3)   Η σκέψη μου ήταν κυρίως αυτή, πώς θα ζήσω την οικογένειά μου χωρίς να έχω δουλειά.
…………………………………………………………………………………………………………………………………
4)   Αυτό μόνο δε σκέφτηκα, τι θα συνέβαινε αν οι γονείς μου μάθαιναν την αλήθεια.
…………………………………………………………………………………………………………………………
5)   Είναι ζήτημα αν κοιμήθηκα καθόλου χθες το βράδυ.
…………………………………………………………………………………………………………………………………
6)   Δεν ξέρεις πόσο μου έχεις λείψει.
…………………………………………………………………………………………………………………………………
7)   Δεν έχω ιδέα πού βρίσκεται αυτή η οδός.
…………………………………………………………………………………………………………………………………
8)   Είναι αξιοπερίεργο πώς πέρασε στο Πανεπιστήμιο με τόσο λίγο διάβασμα.
…………………………………………………………………………………………………………………………………
9)   Δεν ήξερα αν έβλεπα μπροστά μου την παλιά μου συμμαθήτρια από το Δημοτικό ή κάποια που της έμοιαζε.
…………………………………………………………………………………………………………………………………
10)   Είναι παράξενο πώς συνέβη αυτό το τροχαίο ατύχημα.
…………………………………………………………………………………………………………………………………
11)   Δεν είμαι βέβαιος αν έγραψα καλά στο διαγώνισμα των Μαθηματικών.
…………………………………………………………………………………………………………………………………
12)   Αναλογίσου τι ωραία που θα ήταν αν είχαμε διακοπές..
…………………………………………………………………………………………………………………………………
13)   Με ρώτησε ποιο λεωφορείο να πάρει για να πάει στην πλατεία Συντάγματος.
…………………………………………………………………………………………………………………………………
14)   Αμφιβάλλω αν θα καταφέρει να έρθει στη γιορτή μου.
…………………………………………………………………………………………………………………………………
15)   Δεν είναι ζήτημα αν δεν έχεις καλά ρούχα μαζί σου.
…………………………………………………………………………………………………………………………………
16)   Η Διευθύντρια του σχολείου πρότεινε να επισκεφτούμε τη Χαλκίδα.
…………………………………………………………………………………………………………………………………
17)   Η φίλη μου με παρακάλεσε να μην απαντήσω σ’ αυτό το τηλεφώνημα.
…………………………………………………………………………………………………………………………………
18)   Δε θα σου πω εγώ πώς πρέπει να συμπεριφέρεσαι.
…………………………………………………………………………………………………………………………………
19)   Όλοι αναρωτιόμαστε μήπως η αθρόα μετανάστευση των τελευταίων μηνών έχει αρνητικές συνέπειες για τη χώρα μας.

…………………………………………………………………………………………………………………………………

Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2015

1      
   Βραδινή περιδιάβαση


Μάτια άγρυπνα και πονεμένα,
μελαγχολούν από τα βάσανα.
Πόδια που περπατούν νωχελικά,
αφουγκράζονται μέσα στο σκοτάδι τους ήχους.
Ξάφνου μια κραυγή εμφανίζεται.
Η καρδιά πάλλεται ,
η αγωνία συνθλίβει τον κάματο.
Πύρινες γλώσσες σε περικυκλώνουν,
χάνεις το θάρρος να αγωνιστείς.
Η μητρική αγκαλιά στέκεται παράμερα,
σε παρακολουθεί με δέος,
διοχετεύει δύναμη.
Το αχνό φως εισέρχεται μέσα στις γρίλιες,
υπενθυμίζει πως μια καινούρια μέρα ελαύνει.

Παρασκευή 18 Δεκεμβρίου 2015


10 μαθήματα ευτυχίας που μάθαμε από τους Αρχαίους Έλληνες...


arxaioi ellhnes filosofoi

Όπως πίστευε ο Επίκουρος, ο  άνθρωπος είναι κάτι μεγάλο και πολύτιμο. Την ευτυχία, τη μακαριότητα, την έχει μέσα του, φτάνει να παραμερίσει όσα τον ενοχλούν και του κάνουν κόλαση τη ζωή. Εδώ σας δίνουμε 10 μικρά αλλά πολύτιμα μαθήματα ευτυχίας που μας δίνουν οι αρχαίοι πρόγονοι μας!

1. Κάνε τα πάντα με αγάπη! 


"Ζούμε με συναισθήματα, όχι με τις ώρες στο ηλιακό ρολόι. Θα έπρεπε να μετράμε το χρόνο με τους χτύπους της καρδιάς."  Αριστοτέλης 
"Η αγάπη είναι η αιτία ενότητας όλων των πραγμάτων" Αριστοτέλης 

2. Αγκάλιασε τις προκλήσεις και μάθε από αυτές 

Όπως λέει και το αρχαίο γνωμικό: «Ζήσε το σήμερα και ξέχασε το παρελθόν». Οι προκλήσεις είναι πάντα μια ευκαιρία για κάτι καινούριο. Ακόμη και το ΟΧΙ μπορεί να γίνει μια νέα για να κινηθούμε σε μια νέα κατεύθυνση. Το μεγαλύτερο εμπόδιο στη ζωή μας είναι ο εαυτός μας. 
«Οι μικρές ευκαιρίες είναι συχνά η αρχή μεγάλων έργων».Δημοσθένης 

3. Πίστεψε στον εαυτό σου, άκουσε τον και μην παίρνεις πολύ σοβαρά αυτά που σου λένε οι άλλοι.  

Κανείς δεν γνωρίζει τον εαυτό σου καλύτερα από εσένα τον ίδιο. Και κανείς τα παιδιά σου. Θα συναντήσεις πολλούς ανθρώπους που δεν θα μοιραστούν τις ίδιες ιδέες, τις ίδιες απόψεις και το ίδιο όραμα με εσένα, όσον αφορά την ανατροφή των παιδιών. Θα υπάρξουν πολλοί που θα σου δώσουν δωρεάν συμβουλές για το πώς θα πρέπει να είναι η ζωή σου ως μητέρα ή πατέρας. Άκουσε τους χωρίς να τους κρίνεις και ακολούθησε αυτό που σου λέει η καρδιά σου 
«Εκείνος που ξέρει να ακούει επωφελείται ακόμη κι από εκείνους που μιλούν άσχημα». Πλούταρχος 
«Μάθε να είσαι σιωπηλός, άφησε το μυαλό ήσυχο να ακούσει και ν’ απορροφήσει». Πυθαγόρας 

4. Ονειρέψου αυτά που θέλεις, και όχι αυτά που δεν θέλεις 

Είναι σημαντικό να ονειρευόμαστε, να κάνουμε μεγάλα όνειρα και να μην σταματήσουμε ποτέ να ονειρευόμαστε. Αλλά πάντα να ελπίζουμε στα καλύτερα 
«Μην ξοδεύεις αυτό που έχεις επιθυμώντας αυτό που δεν έχεις. Θυμήσου ότι αυτό που έχεις τώρα, είναι κάτι απ’ όλα αυτά που κάποτε ονειρεύτηκες να αποκτήσεις» Επίκουρος 

5. Ποτέ μην τα παρατάς και ποτέ μη χάνεις την πίστη σου 

Αντικατέστησε τον φόβο με την ελπίδα.Η ταπεινοφροσύνη, ή αγάπη και η πίστη, μπορούν να κάνουν θαύματα. Και όλα θα συμβούν την κατάλληλη στιγμή και την κατάλληλη εποχή. 
«Δεν υπάρχει τίποτα «μεγάλο» που δημιουργείται ξαφνικά…Ένα τσαμπί σταφύλια χρειάζεται χρόνο να ανθίσει, να καρποφορήσει και να…ωριμάσει»! Επίκτητος 

6. Πάντα να σκέφτεσαι και να «νιώθεις» θετικά

Η θετική σκέψη είναι δημιούργημα των αρχαίων Ελλήνων. Εστιάστε πάντα στο παρόν και στους λόγους για τους οποίους χαίρεστε! Απομακρύνετε από τη ζωή σας τους αρνητικούς ανθρώπους και φροντίστε πάντα να περιβάλλεστε από ανθρώπους με θετική ενέργεια. Και όπως λένε και οι Αρχαίοι ημών πρόγονοι: 
«Η ιατρική είναι συνυφασμένη με την ουσία του νου»  Ιπποκράτης  
«Η ευτυχία εξαρτάται από τον εαυτό μας» Αριστοτέλης 

7. Ψάξε μέσα σου τις απαντήσεις 

Πάντα η σκέψη και η ενδοσκόπηση μας βοηθάει να βρούμε τη σωστή λύση, όταν νιώθουμε μπερδεμένοι 
«Αυτό που μπορούμε να επιτύχουμε εσωτερικά θα αλλάξει την εξωτερική πραγματικότητα.» Πλούταρχος 

8. Οι δύσκολες καταστάσεις είναι που μας κάνουν πιο θαρραλέους  

«Το θάρρος μας δε φαίνεται στις καθημερινές μας χαρούμενες σχέσεις, αλλά στις προκλήσεις της ζωής και τις αντιξοότητες» Επίκουρος   

9. Μην αντιστέκεσαι στο πεπρωμένο σου

«Κανείς δεν μπορεί να ξεφύγει από το πεπρωμένο του» Πλάτων 
«Στον  καθένα υπάρχουν τρεις αρετές: Η σύνεση, η δύναμη και η καλή τύχη» Ίων ο Χίος 

10. Δες τα λάθη σου θετικά και σαν εμπειρίες που θα κινούνται προς την κατεύθυνση των ονείρων σου. 

«Αυτός που κάνει τα περισσότερα κάνει τα περισσότερα λάθη» Ευριπίδης




http://www.apotis4stis5.com/